Πρόκειται για ένα πάρα πολύ δυνατό κείμενο, με κοινωνικό πρόσημο και πολιτική ταυτότητα, που μεταφέρεται με σεβασμό και αγάπη επί σκηνής.

Πρόκειται για ένα πάρα πολύ δυνατό κείμενο, με κοινωνικό πρόσημο και πολιτική ταυτότητα, που μεταφέρεται με σεβασμό και αγάπη επί σκηνής.
Ο Yoel Wulfhart σκηνοθετεί με πάθος μια σάτιρα που πικάρει, που αναστατώνει σε κάθε σκηνή. Βάζει πινελιές ώστε να δημιουργήσει έντονες κωμικές καταστάσεις, δηλώνοντας μέσα από το γέλιο τη σοβαρότητα των καταστάσεων.
Η ιστορία τους καταλήγει με την αποτυχία μιας κομπίνας. Δεν πέτυχε, αλλά αυτό που μένει είναι κάτι βαθύτερο. Η συνειδητοποίηση ότι κάθε επιλογή κουβαλά ευθύνη. Κάποιος γελάει, κάποιος νευριάζει, κάποιος νιώθει ανακούφιση. Η ζωή συνεχίζεται, όχι όπως τη φαντάζονταν, αλλά όπως πραγματικά είναι.
Ο κύριος Hartwig Schierbaum, άλλως Marian Gold, θα γιορτάσει σε λίγους μήνες τα εβδομηκοστά πρώτα του γενέθλια. Αυτό βέβαια σε τίποτα δεν τον εμπόδισε να βγάλει κέφι, συναίσθημα, ενθουσιασμό και δάκρυ στο κοινό του, πηγαίνοντας πάνω-κάτω τη σκηνή και δίνοντας το σύνθημα για συνεχή χορό για μιάμιση ώρα.
Τα κοστούμια ξετρελαίνουν τους θεατές κάθε ηλικίας και οι ερμηνείες είναι τέτοιες, που το παραμύθι γίνεται ό,τι θα θέλαμε να μας συμβεί εκείνο το μεσημέρι και μόνο αυτό. Συμπάσχουμε, χαμογελάμε, γελάμε και χειροκροτούμε ένα θέαμα λίγο καλύτερο από άριστο. Η Κάρμεν της καρδιάς μας έχει τη συνταγή. Και την κάνει κάθε φορά καλύτερη. Η τέρψη των ψυχών με απλά βήματα και σταθερές κινήσεις.
Οι τρεις πρωταγωνιστές, ο κύριος Δημήτρης Καπετάνιος και οι κυρίες Πένη Μπουκουβάλα και Αιμιλία Σιαφαρίκα, μεταφέρουν το κείμενο του κυρίου Γιάννη Ασκάρογλου, ο οποίος υπογράφει και τη σκηνοθεσία. Είναι και οι τρεις τους κουμπωμένοι σε ένα δίπολο. Αυτό του ρόλου τους και εκείνο του «εξωτερικού παρατηρητή». Θα έλεγε κανείς πως υπάρχουν στην παράσταση στοιχεία που παραπέμπουν ακόμα και στους Monty Python.
Η ερμηνεία του Τάκη Χρυσικάκου είναι συγκλονιστική. Βαθιά συγκινητική, γεμάτη ένταση και συναισθηματική φόρτιση, άξια του μεγάλου αυτού χαρακτήρα.
Τι ιστορία είναι πάλι τούτη; Πώς είναι δυνατό να κατεβάζει τέτοιες ιδέες το ανθρώπινο μυαλό; Ένα εκπληκτικό αφήγημα με την υπογραφή του υπέρ-θεόρατου Νικολάι Γκόγκολ, το οποίο πήρε η κυρία Σοφία Καραγιάννη, του έκανε μία τρομερή απόδοση, το σκηνοθέτησε ακόμα πιο τρομερά και μετά ήλθε η απίστευτη ομάδα GAFF, την οποία έχουμε λατρέψει με το συγκλονιστικό «Καλά, εσύ πέθανες νωρίς» και η οποία έκανε πάλι το θαύμα της.
H ιστορία του Στράτου Διονυσίου. Του κορυφαίου Έλληνα λαϊκού ερμηνευτή. Του ανθρώπου που τραγούδησε με τέτοιο τρόπο, που τρέλανε τον κόσμο!
Το «ΥΠΕΡΒΑΡΟ, ασήμαντο: ΑΣΧΗΜΑΤΙΣΤΟ» προσφέρει μια ενδιαφέρουσα ματιά στην ανθρώπινη ύπαρξη, γεμάτη από σιωπηλές εντάσεις και αδιέξοδες στιγμές. Καταφέρνει να αγγίξει τον θεατή με την αυθεντικότητα και τη δύναμη των χαρακτήρων της.
Πολύ έξυπνο το στήσιμο για φωτογραφίες, κάθε φορά. Όποτε το έκαναν, το χαιρόμουν και το καμάρωνα. Θα ήθελα μάλιστα να ακουγόταν, κάθε φορά και το κλικ της κάμερας και να άστραφτε. Είναι στιγμές ζωής, δοσμένες μέσα από μία σκηνοθεσία που έρχεται να δείξει πως το θέατρο είναι τελικά η τέχνη των ηθοποιών. Εκείνοι αναλαμβάνουν να βγάλουν φως από το σκοτάδι, πολλά από το τίποτα και τον κουβά με το χρυσάφι από ένα ουράνιο τόξο που δεν εμφανίστηκε ποτέ.
Οι δύο χορεύτριες, Μαρία Βούρου και Σάνια Στριμπάκου, με άρτια τεχνική κινούνται και αντιπαραβάλλονται ρυθμικά, σε μια διαρκή συνομιλία δίχως λόγια. Ωστόσο, τα βλέμματα, τα αγγίγματα και οι παύσεις φέρουν νοήματα που μεταφέρονται μέσω της σωματικότητας. Αγάπη, πόθος, φθορά, απογοήτευση, οργή, συμφιλίωση…
Με τον συμπαθή και κλασικό «κομπιουτεράκια» που υποδύεται ο κύριος Παπακώστας, δεν θα τολμούσες να φανταστείς το τέρας στο οποίο μεταμορφώνεται. Αλλά τελικά, σκέφτεσαι πως τα χειρότερα τέρατα δεν προειδοποιούν με την εμφάνισή τους. Η σταδιακή του μετάβαση, από το φαινομενικά άκακο στο απόλυτα τρομακτικό, είναι καθηλωτική, ένα μάθημα ερμηνευτικής ακρίβειας. Η κυρία Σπύρου είναι υπέροχη. Θαρραλέα, εύθραυστη και δυναμική ταυτόχρονα, παλεύει να κρατήσει την ανθρωπιά της σε έναν κόσμο που καταρρέει.
Είναι ένας μονόλογος που θα έπρεπε όλοι μας να παρακολουθήσουμε, γιατί μέσα από εκείνον θα ακούσουμε και τον εαυτό μας.
Η ιστορία για τον Ταμεία του σωματείου «Πυθαγόρας» είναι τουλάχιστον προφητική. Ο μεγάλος ποιητής έβαλε τις βάσεις και αυτή η ομάδα έδωσε το ύψος για να γίνει εικόνες εκείνη η σειρά φράσεων. Η σκέψη και μόνο, καθώς αντικρύζεις και παρακολουθείς και αφομοιώνεις, είναι γροθιά στο στομάχι.
Rest assured that BOA 2026 is already in the making! Check out the official BOA website for details regarding next year’s edition.
Η Λητώ Τριανταφυλλίδου και ο Πάνος Βλάχος πήραν την ιστορία του Δον Ζουάν και τη μετέφεραν στο τώρα, σκιαγραφώντας με ζωντανά χρώματα τη θέση του άνδρα αλλά και τις συνέπειες όλων αυτών των γαλουχιών που έχει υποστεί το φύλο ανά τους αιώνες.
Η κυρία Λίλη Τσεσματζόγλου εμφανίζεται σαν χαμίνι που ξέμεινε από το «Πυγμαλίων». Πλένει το πρόσωπό της ή ενισχύει την ήδη εγκατεστημένη μουτζούρα πάνω του; Μήπως η ίδια πασχίζει να γίνει μία τεράστια μουτζαλιά και να γλυτώσει από τις κακοτοπιές, βλέπε διάφορα είδη εστέτ;
PIGALLE. Μία μαύρη κωμωδία που θίγει βαθιά κοινωνικά ζητήματα. Με κεντρικούς άξονες την έμφυλη βία, την κοινωνική αδιαφορία και την αναζήτηση νοήματος, σε μια κοινωνία που μοιάζει ευημερούσα, αλλά είναι εσωτερικά κενή.
Το πιο ενδιαφέρον όμως, κατ’ εμέ, είναι η σύγκρουση που δημιουργείται ανάμεσα στους τρεις απαγωγείς, μέσα από την οποία σκιαγραφείται η ευκολία της διχοτόμησης της κοινωνίας, τόσο ως δημιούργημα των «ανωτέρων», για λόγους κατευνασμού της οργής, όσο και ως αποτέλεσμα «εκ των έσω», λόγω ατομικών συμφερόντων.
Η Ελεγεία της Μνήμης είναι ένα έργο που, παρά τον επιστημονικό του φαντασιακό χαρακτήρα, αγγίζει τις πιο βαθιές πτυχές της ανθρώπινης ψυχής, φέρνοντας στο προσκήνιο ερωτήματα για τη ζωή, την αγάπη και το παρελθόν, που δεν μπορούμε να κρατήσουμε.
Η Κύνθια χορεύει, προτρέπει, αραδιάζει διάφορα προϊόντα πάνω στο λευκό «κάτι» και ρωτά ευθέως. Απαντά η ίδια στην ερώτησή της και μας κοιτά τόσο διαπεραστικά. Είναι το βλέμμα του Ian Gillan, όταν έλεγε πως κοιτά τον κάθε θεατή του με ένα ύφος «Απόψε θα παίξω μόνο για σένα».
Μία σύγχρονη Αλίκη πέφτει στη μεταμοντέρνα κουνελότρυπα και στην άλλη άκρη του δοκιμαστικού σωλήνα συναντιέται με ένα ον που μπορεί να της «δώσει» ιστορίες. Αρκεί να διαλέξει εκείνη ποια επιθυμεί. Μπορεί, καθώς φαίνεται, να έχει όποιον ρόλο της αρέσει.
Η κυρία Σκλάβου είναι άμεση, είναι ένας αφοπλιστικός χείμαρρος που σε σαρώνει. Καταφέρνει να μας συγκινήσει, να μας κάνει να δούμε ποια ήταν πραγματικά αυτή η ερμηνεύτρια. Βλέπουμε τον άνθρωπο πίσω από το όνομα και αναλογιζόμαστε πόση ψυχική δύναμη, πείσμα και πάθος είχε, ώστε να υπερπηδήσει όλα τα εμπόδια, να νοιώσει ελεύθερη και να κυνηγήσει το όνειρό της.
Μοναδική και η φωνή της ερμηνεύτριας, όπως και το στήσιμό της επί σκηνής καθώς και η σύνθεση του Κονταξάκη. Με τον τρόπο που παίζει, δημιουργεί μια ταξιδιάρικη διάθεση στους θεατές. Από κοντά και οι υπόλοιποι συντελεστές, με το ακορντεόν να ακολουθεί πιστά την ηρωίδα, δίνοντας ένα τόνο μελαγχολίας στη διήγησή της.
Γιατί – και αυτό έχει όλη τη σημασία του κόσμου – το βασικό είναι να περνάει καλά η μπάντα. Φυσικό συνεπακόλουθο είναι να περνάει καλά και ο κόσμος. Και αυτό ακριβώς έγινε στην εν λόγω συναυλία. Το κουιντέτο έκανε την καλύτερη δυνατή ζημιά. Και ήταν μία ζημιά που ευχαρίστως θα θέλαμε να επαναληφθεί. Και σύντομα μάλιστα.
Ο κύριος Παναγιώτης Μαρίνος, ο οποίος υποδύεται τον στρατηγό, είναι επιβλητικός, λάμπει στον ρόλο του και ακτινοβολεί καλοσύνη. Ένας στρατιώτης που τιμά την πατρίδα του. Είναι φυσικός στις κινήσεις και τις εκφάνσεις του και τραβά όλο τον θίασο μαζί του.
Έβλεπα τον Κώστα Βασαρδάνη στον ρόλο αυτού του ανθρώπου και σκεφτόμουν πόσο δίκιο έχει, πόσο μάταια είναι όλα. Πόσο εύστοχα μιλά και πόσο δύσκολο είναι να εισχωρήσουν τα λόγια του στην πληκτική και δήθεν παρέα του. Ο τρόπος που υποδύεται τον ήρωά του έχει μια ζωντάνια, μια αμεσότητα.
H Αρβανιτάκη γελάει, ο Φραγκούλης χαμογελά. Οι δύο τους δένουν, τραγουδούν παράλληλα, μας ταΐζουν στο στόμα και μας κοιτούν στα μάτια. Η μία επιτυχία διαδέχεται την άλλη, το ένα εκπληκτικό μουσικό κομμάτι αποτελεί συνέχεια του προηγούμενου και τον ιδανικό πρόλογο για το επόμενο.
Ενθουσιάστηκα με το σκηνοθετικό εύρημα, όπου οι χαρακτήρες κουβαλάνε στα βαλιτσάκια τους τα ρούχα που θα βάλουν, κάνοντας ξεκάθαρο ότι θα παρακολουθήσεις μία καινούρια «υπόθεση» και έναν επιπλέον τύπο ανθρώπου και όλο αυτό επί τέσσερα κάθε φορά.
Η σκηνοθεσία, σε συνδυασμό με τον φωτισμό και τη μουσική, ενισχύει την ατμόσφαιρα του έργου, δημιουργώντας ένα ολοκληρωμένο θεατρικό αποτέλεσμα. Το Λέμονγκρας δεν είναι απλώς μια παράσταση, αλλά μια εμπειρία που προσκαλεί το κοινό να αισθανθεί, να σκεφτεί και να δει τον κόσμο από μια νέα οπτική.
Είδαμε μία παράσταση που στέκει και μένει σαν ύμνος στην ανθρώπινη φιλία, ιδίως ανάμεσα σε ανθρώπους που ξεδιάντροπα περιθωριοποιεί η κοινωνία μας, λόγω του ότι «είναι μεγάλοι». Είδαμε ένα έργο που δείχνει την αγάπη ανάμεσα σε δύο πλάσματα και πώς αυτή πλάθει ένα ονειρικό σκηνικό, γεμάτο συγκίνηση.
Η απλότητα των σκηνικών και της ενδυμασίας των ηθοποιών, σε συνδυασμό με τη ρεαλιστικότητα του παιξίματος των δύο έμπειρων αυτών ηθοποιών (Μαριτίνα Πάσσαρη, Μαρία Μακρή), καθιστά την παράσταση ένα θεατρικό έργο, που έχει σκοπό να αγγίξει με διακριτικό τρόπο τις ψυχές των θεατών.
Ο Θωμάς Βούλγαρης, στον ρόλο του κυρίου Λαν, είναι εξαιρετικός. Πολυεπίπεδος και μοναδικά κωμικός. Λάτρεψα την Αγγελική Καρυστινού στον ρόλο της κυρίας Τζούνο. Λάτρεψα το πληθωρικό της ταπεραμέντο και τον τρόπο που ζωντάνεψε την ηρωίδα που υποδυόταν.
Ο κόσμος που πλημμύρισε το θέατρο Παλλάς έφυγε έχοντας γελάσει πολύ. Πηγαίνοντας από το ένα θέμα στο άλλο, οι δυο υπερταλαντούχοι ηθοποιοί έδωσαν το δικό τους στίγμα αλλά και τις δικές τους ερμηνείες σε πολλά θέματα.
Στον ρόλο της κυρίας του κυρίου, της συζύγου του γιατρού Γκίβινγκς, ένα πραγματικό μαργαριτάρι! Η κυρία Γαλήνη Χατζηπασχάλη, είναι μάλλον η αιχμή του δόρατος, ελέω ρόλου και λόγω της εκπληκτικής υποκριτικής της ικανότητας. Ατάκες τύπου «Πού να ξέρω εγώ» και «Πω-πω κακό που μας βρήκε» όχι μόνο απέκτησαν νέα διάσταση… Ήταν απλά καταιγιστικές!
Ο Schmier σε ρόλο ηγέτη / μπασίστα /τραγουδιστή, ευχαρίστησε τους οπαδούς που έδωσαν το παρών και έταξε για να επισκεφθούν την Ελλάδα ξανά στο προσεχές μέλλον, σε αναμονή του νέου δίσκου τους, “Birth Of Malice”, ο οποίος θα βγει τον προσεχή Μάρτιο.
Τραγούδια που είχαμε να ακούσουμε καιρό, δουλειές που αγαπήσαμε και θέλουμε πολύ να τις ερωτευθούμε ξανά. Σε τρομερά κέφια όλη η μπάντα, άψογα δεμένη, όπως πάντα άλλωστε, με ένα κάρο μελωδίες και την επιβεβαίωση ότι ο πεσιμισμός είναι ο νέος οπτιμισμός στη μουσική.
Ο Πάνος Σκουρολιάκος κέντισε μια παράσταση με χρυσοκλωστές. Σκηνοθέτησε γεμίζοντας την παλέτα του με χρώματα, ώστε ο κάθε θεατής να «διαλέξει» το δικό του. Έστησε μια παράσταση που μπορεί να δει όλη η οικογένεια, να γελάσει, να θυμηθεί, να φύγει με ένα διάπλατο χαμόγελο στα χείλη.
H σκηνοθεσία του ευφυέστατου κυρίου Γιώργη Κοντοπόδη βοήθησε στο να φανεί το τάλαντο των πέντε ηθοποιών, αφήνοντάς τους να παίξουν με το κείμενο και να κοιτάξουν «λίγο πιο κει», βάζοντας τις δικές τους πινελιές. Ακόμα και παίζοντας με το κοινό, όπως στην υπέροχη σκηνή με το σβήσιμο της τούρτας γενεθλίων.
Ακόμα τολμώ να πω ότι δεν έχω ηρεμήσει από τη συγκλονιστική παράσταση που παρακολούθησα. Περπατάω και σκέφτομαι σκηνές, λόγια και ειλικρινά απορώ με την κατάντια της ανθρωπότητας, που δεν βλέπει ή δεν θέλει να δει την αυτοκαταστροφικότητά της.
Αναμφισβήτητα, η Χρύσα αποτελεί μία μοναδική παρουσία στον χώρο της ελληνικής σκηνής, που με το χιούμορ και την αυθεντικότητά της καταφέρνει να συνδέεται άμεσα με το κοινό της.
Οι δύο παρουσιαστές, ο κύριος Hλίας Βογιατζηδάκης και η κυρία Νατάσα Παπανδρέου – η οποία υπογράφει τη σκηνοθεσία και η οποία είχε την ιδέα να γίνει όλο αυτό παράσταση – έχουν ποτίσει και εμποτιστεί από τους χαρακτήρες που ενσαρκώνουν.
Ένα πανέμορφο σκηνικό μας περίμενε στο θέατρο Αλκμήνη. Με το που κάθεσαι στη θέση σου και αντικρύζεις τη σκηνή… Όχι απλά εντυπωσιάζεσαι… Μένεις με το στόμα ανοιχτό.
Εκείνη η Παρασκευή είχε όλα τα εχέγγυα για να περάσουμε καλά! Ωραία βραδιά, χαλαρή διάθεσή και βεβαίως προσμονή να ακούσουμε ζωντανά έναν πολύ αξιόλογο δίσκο από ένα πολύ αξιόλογο συγκρότημα, όπως οι Sirius.
Οι τρεις ηθοποιοί επί σκηνής, οι κυρίες Μαρία Κωνσταντά και Ευσταθία Λαγιόκαπα και ο κύριος Αντώνης Χρήστου, εναλλάσσονται, διαδρούν και οριοθετούν ένα γενόμενο γεμάτο δράση, απόλυτα κατανοητό και με μία εντυπωσιακή καμπή στην πλοκή του.
Η Άννα Ανδριανού ενσαρκώνει τη Λένι Ρίφενσταλ με μία εξαιρετική ερμηνεία, αποδίδοντας την αμφιλεγόμενη αυτή προσωπικότητα με βάθος και ένταση. Ο Βασίλης Αφεντούλης, στον ρόλο του συνεντευκτή, είναι ο ιδανικός αντίποδας, μεταφέροντας τη σύγκρουση και την αμφιβολία που προκαλεί η παρουσία της Ρίφενσταλ.
Μια εξαιρετική παράσταση, για την οποία όλοι οι συντελεστές συνέβαλαν με τον δικό τους μοναδικό τρόπο, με αποκορύφωμα την άψογη ερμηνεία του Δημήτρη Αϊβαλιώτη, ο οποίος μας επικοινώνησε με απόλυτο σεβασμό την αλήθεια του Κώστα και του κάθε Κώστα του “περιθωρίου”.
Η κυρία Κηλαηδόνη μας ταξιδεύει στις εποχές του εμφυλίου, λίγο πριν τη χούντα, μας ταξιδεύει στα χρόνια της χούντας και μας δείχνει πως το κακό που κάνουν οι άνθρωποι θα ζει για πάντα. Η τεχνική της είναι ανυπέρβλητη, το βλέμμα της και η άρθρωσή της για σεμινάριο.
Ο Πάνος Κωνσταντέλης ήταν εξαιρετικός. Στον ρόλο του γιου γίνεται μαινόμενος ταύρος, στήνει έναν χαρακτήρα απίστευτα βίαιο, ένα απάνθρωπο τέρας που σε σαστίζει. Σκέφτεσαι… πώς γίνεται τούτος εδώ να είναι τόσο δογματικός; Πώς γίνεται να μην βλέπει πώς έχει καταντήσει; Και όμως, δυστυχώς, γίνεται.
Η λεπτή γραμμή ανάμεσα στην τρέλα και τη μεγαλοφυΐα αναδεικνύεται μέσα από την τραγική πορεία και τον θρίαμβο του γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, τον οποίο ενσάρκωσε με αφοσίωση και ένταση ο Γιώργης Κοντοπόδης.
Έξι χαρακτήρες. Εντελώς διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο. Από εκείνον που θέλει συνεχώς να κάνει σεξ και να μην ικανοποιείται ποτέ (αίμα τίγρης και υμείς, κύριε;), από εκείνη που θέλει έναν Τζον-Τζον, αλλά με κάτι να εξέχει εκεί κάτω (καλά, την κούκλα γιατί την φτιάχνετε «ατελή»;)
Η απόδοση των συναισθημάτων ήταν εντυπωσιακά ακριβής, με την κάθε σκηνή να είναι ταυτόχρονα προσωπική και συλλογική, καθώς οι ηθοποιοί συνεργάζονταν άψογα μεταξύ τους για να διατηρήσουν την αίσθηση του ζωντανού και του αυθόρμητου. Κάθε μια από τις γυναίκες επι σκηνής ήταν ξεχωριστή όπως και η ιστορία της, αφήνοντας το δικό της αποτύπωμα στην παράσταση.
Το μονόπρακτο έργο συνδυάζει φιλοσοφία, πολιτική δήλωση, σουρεαλιστική λογοτεχνία και προσωπικό ημερολόγιο. Εξερευνά τις μνήμες και το ελεύθερο πνεύμα της ηρωίδας, παρά τις προσπάθειες να της επιβληθεί καταστολή. Η ερμηνεία απαιτεί υψηλό βαθμό τεχνικής, καθώς η ηθοποιός καλείται να εναλλάσσει πρόσωπα, σκηνές και συναισθηματικές καταστάσεις, ενώ τα ιντερμέδια προσθέτουν σουρεαλιστικά σχόλια για την πλοκή.
Παρακολουθήσαμε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ηθογραφία, με ένα κείμενο που έθιγε και θίγει τα πάντα γύρω από τον κόσμο μας. Με ορμητήριο τους παράλληλους βίους των δύο κοριτσιών, με ένα νοητό viewmaster, περνάμε τις εποχές, συναντάμε τις δύο ηρωίδες σε διάφορες ηλικίες και καταστάσεις και γινόμαστε κοινωνοί των πορειών τους και των αποριών τους. Ο έρωτας, η αγάπη, η δέσμευση, η καριέρα, η επιλογή, η μητρότητα, η τάση για διαφυγή και κάθε είδους φυγή.
“Η Υψοφοβία ενός Κομπάρσου” είναι μια ενδιαφέρουσα και συναισθηματική εξερεύνηση της ανθρώπινης ψυχής. Η ερμηνεία είναι έντονη και γεμάτη συναίσθημα, ενώ το κείμενο συνδυάζει έξυπνα κωμικά και δραματικά στοιχεία, κρατώντας το κοινό σε αγωνία.
Πιστή στη συνθήκη “An evening with…”, η Κατερίνα Κυρμιζή έφερε και έπαιξε τραγούδια της από διάφορες δουλειές της, βαπτίζοντας κάθε μια από τις εν λόγω εμφανίσεις «Κοντσέρτο για Κεραία και Κάκτους».
Στις τρεις περίπου ώρες που κρατά αυτό το ανυπέρβλητο θέαμα, μπορείς να αναρωτηθείς για το μεγαλείο του ανθρώπινου τάλαντου και για το πώς μια ιστορία μπορεί να απογειωθεί χάρη στη δημιουργική μεγαλοσύνη των συντελεστών.
Η θεατρική παράσταση που παρακολουθήσαμε, χαρακτηρίζεται από τον απέραντο θαυμασμό του σκηνοθέτη, του κυρίου Κώστα Νταλιάνη (υπογράφει και τη διασκευή), προς τον δημιουργό και την άριστη προετοιμασία και απόδοση των ηθοποιών, οι οποίοι κινήθηκαν χειρουργικά, αλλά και με χάρη. Οι οποίοι πήραν το κείμενο, το έκαναν δικό τους και κάπως έτσι μας εντυπωσίασαν.
Στο έργο «Εννιά», ο συγγραφέας Δημήτρης Τσεκούρας βαδίζει ανάμεσα σε δύο κόσμους. Τον πραγματικό και τον φανταστικό. Ανάμεσα σε δύο καταστάσεις, τη ζωή και τον θάνατο. Κάπου εκεί οι ηρωΐδες του έργου, θα προσπαθήσουν να λύσουν το μυστήριο με το νούμερο εννιά.
Το βραβευμένο κείμενο του κυρίου Κώστα Λεϊμονή, ένα πραγματικό αριστούργημα, μετατρέπει σε μαγική θεατρική παράσταση η απίστευτα πολυπράγμων και αγγελικά δαιμόνια Κωνσταντίνα Νικολαΐδη. Η κυρία Νικολαΐδη διάβασε κάποια στιγμή ένα απόσπασμα του κειμένου και συγκλονίστηκε. Και αμέσως άρχισε να σκέφτεται πώς θα μπορούσε όλο αυτό να το μεταφέρει σε μια θεατρική αίθουσα. Όχι απλά το κατάφερε… Το απογείωσε!
Η Παντελίδου διαχειρίζεται το απαιτητικό κείμενο με αφοπλιστική ειλικρίνεια και χιούμορ, αποδεικνύοντας τη δεξιοτεχνία της ως ηθοποιού. Χρησιμοποιεί όλα τα εκφραστικά της μέσα – φωνή, σώμα και πρόσωπο – διατηρώντας τον ρυθμό της παράστασης και κρατώντας το κοινό συναισθηματικά παρόν
Η παράσταση είναι ένας καταπέλτης. Ένας ύμνος για τη γυναίκα, μια αφύπνιση και ένας στόχος να καταφέρουμε να κάνουμε πια τα αυτονόητα. Σεβασμός παντού και σε όλα, σε αυτή την πλάση. Τέρμα οι ιδιοκτησίες κάθε είδους και τα μικρόμυαλα ανθρωπόμορφα τέρατα.
Η κυρία Μαρία Ναυπλιώτου… Η Τζουλιάνα… Γνωρίζουμε ότι αυτή η θεόρατη ηθοποιός αλλάζει ακόμα και τη χροιά της φωνής της, για να ενσαρκώσει όπως θέλει, αλλά εδώ μιλάμε για ένα δυναμό που ξεφεύγει από τις συνήθεις νόρμες ερμηνείας και πάει το πράγμα πολλά επίπεδα μακριά και υψηλότερα.
Οι Meden Agan γίνονται όλο και μεγαλύτεροι, παίζουν σε όλη την Ελλάδα, δουλεύουν συνεχώς και σκληρά και το μέλλον τους ανήκει.
Ο Νικόλας Μπράβος, αυτό το πολυτάλαντο αγόρι, μας εντυπωσίασε με τη φωνή του. Γλυκιά, μελωδική, πλήρως εναρμονισμένη με τον ρόλο του Ιβάν. Έγινε οικείος, ακούμπησε δίπλα μας όλες τις ατέλειες του χαρακτήρα του με χάρη και περίσσιο συναίσθημα. Χαθήκαμε στα λόγια του, εμβαθύναμε και – μην σας πω – ταυτιστήκαμε κιόλας μαζί του σε αρκετές στροφές του ήρωά του.
Έχοντας στο πλάι παρτιτούρες, έτσι ώστε να είναι βέβαιοι πως τίποτα δεν θα χαθεί στη «μετάφραση», οι τρεις μουσικοί, μέσα από την πλήρη και κατ’ ουσίαν τετραδιάστατη σκηνοθεσία – όπου χρόνος, βάλτε μουσική – της κυρίας Κατερίνας Γεωργουδάκη, μας ψυχαγώγησαν με ένα θέαμα που είχε να κάνει με την παράδοση, με τη λατρεία τους για την τέχνη τους, με το πώς οι νότες υποκαθιστούν λέξεις και φράσεις, με το πώς λέξεις και φράσεις γίνονται οι καλύτεροι οδηγοί και συνοδοιπόροι των νοτών.
Η καταπληκτική ερμηνεία του ταξιδιού αυτού, αποδίδεται από τους ηθοποιούς Ιωάννα Πηλίχου και Στέλιο Πετράκη. Ήταν συναρπαστικό το πώς οι δύο καλλιτέχνες κατάφεραν να προκαλέσουν τόσα ανάμικτα και έντονα συναισθήματα στο κοινό τους.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης, ο κύριος Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, κατάφερε να μετατρέψει όλους εμάς σε ενοίκους της πολυκατοικίας, στην οποία ζει το ζευγάρι και επισκέπτεται ο βιβλιοπώλης. Η πλευρά προς τους θεατές είναι κατ’ ουσίαν ο τοίχος από διαφανές υλικό, που μας επιτρέπει να βλέπουμε και να ακούμε ό,τι συμβαίνει στο δωμάτιο εκείνο. Καθαρό δείγμα της οξύνοιας ενός θεατρανθρώπου που γνωρίζει επακριβώς πώς να αποδώσει ένα κείμενο όπως πρέπει.
Και όλες αυτές οι αρετές συνθέτουν ένα θαυματουργό θέαμα, το οποίο δεν γνωρίζω αν είναι το προϊόν της κουβέντας μεταξύ δύο ανθρώπων που δεν θα είχαν πρόβλημα να έχουν γεννηθεί σκύλοι ή δύο σκύλων, αν είχαμε τη δυνατότητα να αποκρυπτογραφήσουμε τη γλώσσα τους.
Αυτή η παραγωγή δεν είναι απλώς ένα θέαμα. Είναι μια εμπειρία που σου επιτρέπει να ξαναζήσεις τη μαγεία και το βάθος του Μικρού Πρίγκιπα, μέσα από την τέχνη του Θεάτρου Κούκλας. Είναι μια παράσταση που γεφυρώνει τις γενιές και φωτίζει την ψυχή, υπενθυμίζοντάς μας ότι: “Μόνο με την καρδιά βλέπεις καθαρά”.
Καταπληκτικό κείμενο από τη θεόρατη προσωπικότητα, που άκουγε στο όνομα Βάτσλαβ Χάβελ (συγγραφέας και πολιτικός, πρόεδρος της Τσεχοσλοβακίας και μετά της Τσεχίας), το οποίο θίγει τα πάντα στο σήμερα και ιδίως όλα όσα συμβαίνουν παγκοσμίως, αλλά και όσα συμβαίνουν και στις δύο Κολομβίες του πλανήτη.
Το κοινό είναι ο κορυφαίος, ο μεγαλύτερος και ο πιο φασαριόζικος σύμμαχος της μπάντας. Στο «Το Μέγεθος Μετράει» καλύπτει τα πάντα, ακόμα και το Ρ.Α., στο «Καριόλα» εξαφανίζει τα μικρόφωνα και στο «Στο Πρώτο Ραντεβού» μετατρέπει το LiVE στο καλύτερο πάρτι που πήγαμε φέτος.
“Τι είναι ο άνθρωπος;” είναι το ερώτημα που τίθεται διαρκώς από το ίδιο το κείμενο. Ένα γενικό ερώτημα, στο οποίο αναγκάζεσαι να διαχωρίσεις το καλό από το κακό, το ηθικό από το ανήθικο, το πάθος από την παραφροσύνη.
Οι δύο ηθοποιοί ενσαρκώνουν το όραμα των δημιουργών. Παίζουν βάσει κειμένου και βάσει ψυχισμού. Είμαι βέβαιος πως για όση ώρα παίζουν, έχουν την πεποίθηση πως είναι οι μοναδικοί άνθρωποι που βρίσκονται πάνω στον πλανήτη.
Οι λιλιπούτειοι θεατές την καταβρήκαν! Μπορούσαν να συμμετάσχουν στην παράσταση, μιλώντας και φωνάζοντας, προσπαθώντας να βοηθήσουν το κοριτσάκι και το σαλιγκαράκι να βρουν το ένα το άλλο και να βιώσουν τη μαγεία των Χριστουγέννων.
Ο ίδιος ο Καταλειφός υποδύεται τον θείο Βάνια. Και είναι κάτι άλλο. Το έχω ξαναδεί το έργο, με άλλες διανομές, όλες τους με έναν τρομερό Βάνια κάθε φορά. Κι όμως εδώ έχουμε κάτι άλλο. Ο συγκεκριμένος ηθοποιός γίνεται ο καρατερίστας της καρδιάς μας. Είναι ο απελπισμένος γηραιός πολεμιστής, που αντιλαμβάνεται ότι τα καλύτερα χρόνια της ζωής του δεν πέρασαν όπως έπρεπε. Και σναπάρει! Και τρελαίνεται.
Ο Γιάννης κατάφερε και μας έκανε μία οικογένεια σε εκείνο το LiVE. Είναι από εκείνους τους καλλιτέχνες που αγκαλιάζουν το κοινό τους. Είναι αυτή η ίδια στόφα που έκανε τον Springsteen τόσο αλληλένδετο με ιστορίες και πλήθη. Είναι η καλή μαγιά, που θα οδηγήσει σε ένα πεντανόστιμο καρβελάκι.
Το απόλυτο έργο με τη dream team της χρονιάς σας περιμένει στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά και στη σκηνή Ωμέγα. Ένα έργο που συγκινεί, διασκεδάζει και προσκαλεί το κοινό να σκεφτεί τη δική του σχέση με τα όνειρα και τη φυγή. Είναι μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε!
Άπειρα μπράβο στους φοβερούς και τρομερούς μουσικούς του, που κινήθηκαν στα πλαίσια και μοτίβα συμφωνικής ορχήστρας, άπειρες ευχαριστίες στον ίδιο τον Γιώργο Περρή, που φρόντισε να ζεστάνει τις ψυχές μας τέτοιες μέρες. Μάλλον θα πρέπει να γίνει θεσμός όλο αυτό. The most wonderful time EVERY year;
Η κυρία Ούστα στον ρόλο της κόρης, της συζύγου, της γυναίκας σε ξένη γη, είναι αληθινή, είναι πειστική, είναι γνήσια. Μιλά χαμηλά, ανεβάζει ένταση και συχνότητες, κινείται συνεχώς και πάντα κάτι κάνει. Εξαιρετική κινησιολογία, ωραία άρθρωση και πάθος και ενθουσιασμός από τη γλυκύτατη ηθοποιό, η οποία δείχνει ότι μπορεί να σταθεί με άνεση και να πάρει ένα έργο ολόκληρο επάνω της, χωρίς να φανεί καθόλου στο κοινό.
Πέρασα ένα πολύ ξεχωριστό απόγευμα. Απόλαυσα μία παράσταση με πεντακάθαρη αρχή και ακόμα πιο καθαρή μέση, το τέλος ήταν σε τέλεια συνάρτηση με το ύφος του έργου, απόλαυσα μία παράσταση σε ένα υπέροχο σκηνικό (τα εύσημα στην κυρία Χρύσα Δαπόντε, η οποία έχει επιμεληθεί και τα κοστούμια) και το ηθικό δίδαγμα κατέλαβε την αίθουσα και εμάς. Be yourself, no matter what they say… Εξαιρετική δουλειά, την προτείνω ανεπιφύλακτα. Μακάρι να πάει πολλές σεζόν.
Στα του live, οι Gamma Ray τα έσπασαν όλα, μας έδωσαν τα μυαλά στο χέρι, στο τέλος δεν μπορούσαμε να κουνηθούμε αλλά χαλάλι, τέτοιες βραδιές είναι που σου μένουν χαραγμένες για πάντα, τέτοιες βραδιές είναι που έχει να λες στα παιδιά σου ότι ήσουν εκεί με περηφάνια, τέτοιες βραδιές είναι που ανδρώνουν τα παιδιά που τώρα αρχίζουν να μαθαίνουν τι εστί καλό και ποιοτικό metal, τέτοιες βραδιές είναι που επιζητάς και τίποτα άλλο.
Η απόδοση-σκηνοθεσία του έργου από την Αναστασία Παπαστάθη, που παρουσιάζεται στο Θέατρο Radar από τις 8 Νοεμβρίου, φέρνει στο προσκήνιο τη σκοτεινή ατμόσφαιρα της εποχής, ενώ οι εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών ζωντανεύουν τις τραγικές φιγούρες του Ίψεν. Τα σκηνικά και τα κοστούμια συμβάλλουν στην απόδοση της αίσθησης της ασφυξίας και της κοινωνικής καταπίεσης, ενώ το κοινό ταξιδεύει σε μια εποχή όπου το άτομο καταπιέζεται και αναγκάζεται να κρύβει τα πραγματικά του συναισθήματα και τις επιθυμίες του.
Το “Διπλό Νομοσχέδιο” των Blink Mike και Δημήτρη Χριστοδούλου στο Foka Negra, είναι μια απολαυστική εμπειρία για κάθε λάτρη του stand-up comedy. Ο χώρος, ζεστός και οικείος, είναι ιδανικός για την εγγύτητα που απαιτεί αυτό το είδος, επιτρέποντας στους θεατές να συνδεθούν άμεσα με τους κωμικούς και την ενέργεια της παράστασης.
Το θρυλικό κείμενο της Shirley Jackson φρόντισε με περισσή επιμέλεια η κυρία Ανδρονίκη Αβδελιώτη, η οποία υπογράφει και τη σκηνοθεσία του έργου. Η ίδια θέλησε να κάνει κινηματογραφικό το μοτίβο και το κατάφερε με πολύ εντυπωσιακό τρόπο. Η αρχική σκηνή – πιο πολύ σεκάνς τη λες – με τον «επισκέπτη» έξω από την πόρτα του μεγάρου, σε στυλ “Enter at your own risk”, είναι απίστευτη! Θέλω να βγάλω φωτογραφία αυτή ακριβώς τη στιγμή και να την κάνω αφίσα σε μέγεθος Maiden backdrop.
Ο Νίκος Ιωαννίδης γίνεται για τις ανάγκες της παράστασης ο Δημήτρης Τσαφέντας. Πίσω από κάγκελα και μέσα από έναν αφοπλιστικά τέλειο μονόλογο, καταφέρνει να μας αφυπνίσει. Στα εβδομήντα και κάτι λεπτά που διαρκεί η παράσταση, καταπονείται, ενσαρκώνοντας τρισδιάστατα τον ήρωά του. Κάποιες στιγμές καταφέρνει να μεταφέρει τη φρίκη της φυλακής τόσο ζωντανά, που νοιώθεις τη ραχοκοκαλιά σου να τεντώνει.
Οι έξι ταλαντούχοι ηθοποιοί, Τζωρτζίνα Λιώση, Νάνσυ Μπούκλη, Άγγελος-Προκόπιος Νεράντζης, Νίκη Σκιαδαρέση, Όλγα Σκιαδαρέση, Λύδια Τζανουδάκη, θα αποτελέσουν το πιο ωραίο παρεάκι για μια διαφορετική παραμονή Πρωτοχρονιάς. Με υπέροχο παίξιμο όλοι τους, θα σε κάνουν μέρος της παρέας τους. Πραγματικά απολαυστικοί και γεμάτοι ενέργεια, δημιουργούν την αίσθηση ότι είναι πράγματι μια παρέα αληθινή.
Η σκηνοθέτις Βάνα Πεφάνη, που έχει επιμεληθεί και τη δραματουργική επεξεργασία στο κείμενο του Αλεξέι Αρμπούζωφ, τολμά και πετυχαίνει τη γεφύρωση του «χάσματος» ηθοποιών και θεατών. Η σκηνοθεσία της αφήνει τον θεατή να χωθεί πολύ βαθιά σε ό,τι βλέπει, να ταυτιστεί, να βιώσει αλλά και να σκεφτεί τη δική του ζωή μέσα από τους δυο ήρωες. Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιώργου Λυντζέρη είναι εξαιρετικά. «Κουμπώνουν» τέλεια σε όλα όσα διαδραματίζονται με στυλ και προσγειωμένη φόρμα, ώστε να αναβλύσει η παράσταση τα μηνύματα του έργου.
Η ερμηνεία της Μαρίας Μαλταμπέ δεν είναι απλώς αποτύπωση της υποκριτικής της δεινότητας· είναι μια συναισθηματική συμφωνία που ερμηνεύεται με απόλυτη δεξιοτεχνία και ειλικρίνεια. Είναι η φωνή μιας γυναίκας που αρνείται να σιγήσει, ακόμα και όταν βρίσκεται μόνη της.