Η παράσταση «Αιαίη» ανεβαίνει στο Studio του θεάτρου Αργώ και είναι μεγάλη μας χαρά και τιμή να φιλοξενούμε τον σκηνοθέτη του έργου, Γιάννη Τσιπτσή, o οποίος αναλύει τα του κειμένου και της παράστασης φυσικά και εστιάζει στη σύνθεση και το όλο στήσιμο. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το πώς διαμορφώθηκε το όλο υλικό και πώς πήραν όλα τον δρόμο τους, προκειμένου να ακουστεί η φωνή του «Άλλου» εαυτού του Αίαντα. Μένουμε υπόχρεοι στον Αντώνη Κοκολάκη και την υπέροχη ομάδα του, που φρόντισαν να πραγματοποιηθεί αυτή η συνέντευξη.
Πώς έγινε η σκέψη πράξη; Τι ήταν αυτό που σας οδήγησε στο παρόν κείμενο και αποφασίσατε να το κάνετε παράσταση;
Είχα αρχίσει να ασχολούμαι με το έργο του Σοφοκλή από τον Φεβρουάριο, όταν κάναμε κάποιες ασκήσεις πάνω στον πρόλογο του Αίαντα στη σχολή θεατρικών σπουδών του ΕΚΠΑ και μετά επέλεξα το έργο για να το σκηνοθετήσω σε εργαστήριο σκηνοθεσίας. Τον Ιούλιο που τελείωσε το εργαστήριο, αποφάσισα να παρουσιάσω κάτι με αφορμή το έργο αυτό σε ένα φεστιβάλ τον Σεπτέμβριο. Συναντήθηκα με τις ηθοποιούς και είπαμε αρχικά να γράψουμε κάποια ελεύθερα κείμενα, που να σχετίζονται με συγκεκριμένα αποσπάσματα του έργου και τα οποία εμείς οι ίδιοι θα επιλέγαμε. Προσωπικά βιώματα, σκέψεις, ιδέες που μας αφορούσαν είτε άμεσα είτε έμμεσα, έδωσαν μεγάλο μέρος του υλικού της παράστασης. Μετά το φεστιβάλ είχα την πρόταση από τον Βασίλη Ζήση να προετοιμάσουμε και να παρουσιάσουμε το έργο μας σε πιο πλήρη μορφή στο θέατρο Αργώ. Εμπλουτίσαμε το κείμενο που είχαμε φτιάξει με καινούριο υλικό, που πάλι προήλθε από προσωπικές σκέψεις και απόψεις, αλλά και από διάφορα ποιήματα και κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το πιο σημαντικό στη διαμόρφωση του υλικού ήταν αυτό το συλλογικό μοίρασμα εμπειριών και συναισθημάτων που έγινε και η εμπιστοσύνη που δείξαμε ο ένας στον άλλο. Μέσα από ώρες επίπονης δουλειάς που προκάλεσαν παραγωγικές ζυμώσεις φτάσαμε στο τελικό στήσιμο της παράστασης. Αυτή η διαδικασία ήταν, για τον καθένα από εμάς, μια εξερεύνηση των ορίων του δικού του κόσμου, αλλά και ένα βήμα για να τα ξεπεράσουμε και να δούμε τον συνάνθρωπό μας με κατανόηση, να φορέσουμε καινούρια παπούτσια και να βαδίσουμε μαζί.
Ο τρόπος που έγινε η σύνθεση των κειμένων δημιούργησε την ανάγκη για μια νέα δραματική πρόταση πάνω σε πρόσωπα του μύθου, που φέρει έντονα και το στοιχείο του πειραματισμού και παράλληλα δημιουργήθηκε μέσω της σκηνοθεσίας και του χώρου. Έτσι ήταν ναι μεν το περιεχόμενο του αρχαίου δράματος που με ενδιέφερε, αλλά και αυτό το συλλογικό μοίρασμα που προανέφερα και που μέσα από μια αμφίδρομη σχέση επηρέασε και το στήσιμο της παράστασης. Κάθε αρχαίο δράμα προσφέρει τη δυνατότητα πραγμάτευσης πανανθρώπινων αξιών, μιλά σε ένα ευρύ κοινό και μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει την αφορμή για την παραγωγή άλλων κειμένων. Σε ένα πλαίσιο διακειμενικότητας αναζητήθηκαν συνδέσεις, είτε άμεσες είτε έμμεσες, με ποιήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, που πραγματεύονται τα θέματα του θανάτου, του χρόνου, της βίας και άλλα που απασχόλησαν την παράστασή μας. Το συγκεκριμένο έργο, που το ξεχωρίζω ανάμεσα στα έργα του Σοφοκλή, έχει έναν ιδιαίτερο ήρωα, ο οποίος μεταβαίνοντας από μια φάση διανοητικής αστάθειας σε κατάσταση επίγνωσης, συνειδητοποιεί την αδυναμία του συμβιβαστεί με τις αξίες ενός «νέου» κόσμου (ευνομούμενος κόσμος της πόλης-κράτους, που βασίζεται στον διάλογο και την πειθώ, αλλά και την πολιτικάντικη διπλωματία) και οδηγείται τελικώς στην αυτοκτονία. Οι συναισθηματικές κρίσεις και οι παθιασμένες αντιδράσεις του ήρωα είναι αυτά που ορίζουν τη μοίρα του και τον καθιστούν με ένα ιδιαίτερο τρόπο τόσο επίκαιρο. Επίσης, ιδιαίτερος είναι και ο τόπος. Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική ζώνη, εν μέσω χερσαίων στρατιωτικών επιχειρήσεων, όπου η ισορροπία είναι ασταθής.
Έχετε αναλάβει, πέρα από τη σκηνοθεσία και τη δραματουργική επεξεργασία, τη μουσική, όπως και τα σκηνικά και τα κοστούμια. Σας αρέσει να δουλεύετε σαν κολεκτίβα;
Όχι απαραίτητα. Τώρα προέκυψε λόγω συνθηκών. Είναι πολύ κουραστικό στην πράξη να γίνει συντονισμός όλων αυτών από ένα άτομο, για να έχεις το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ωστόσο, έγινε. Με βοήθησε σίγουρα ότι έχω δουλέψει και ως σκηνογράφος καθώς και ότι έχω συγγράψει ήδη δύο θεατρικά και δύο διηγήματα. Το καλό είναι ότι μας βοηθούσαν και άνθρωποι του θεάτρου Αργώ στα σκηνικά, στα φώτα και στη διαχείριση του ήχου και του βίντεο κατά τη διάρκεια των προβών.
Πόσο καιρό κράτησαν οι πρόβες; Υπήρξαν κάποια σημεία του κειμένου, στα οποία εστιάσατε ιδιαίτερα;
Με την τωρινή σύνθεση συντελεστών κράτησαν δύο μήνες αλλά, όπως είπα και παραπάνω, είχα αρχίσει να ασχολούμαι με το έργο του Σοφοκλή από τον Φεβρουάριο και τον Ιούλιο άρχισε η συγγραφή των ελεύθερων κειμένων. Τα θέματα του χρόνου, ειδικότερα πώς βιώνεται το πέρασμά του και της βίας είναι σημαντικά και στο κείμενο και στην παράσταση. Το σημαντικό όμως είναι ότι η τελική σύνθεση του κειμένου, που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την παράσταση, από τη σύστασή του εκφράζει την ανάγκη των συντελεστών της να δημιουργήσουν μια σύγχρονη εκδοχή αυτού του, αρχετυπικά ανδροκεντρικού, μύθου που να υπερασπίζεται τη ρευστότητα της έμφυλης και σεξουαλικής ταυτότητας και να αμφισβητεί τις κατασκευασμένες διακρίσεις και τα ιεραρχικά δίπολα. Οι δύο γυναίκες ηθοποιοί μπαινοβγαίνουν σε διάφορους ρόλους, είτε θεατρικούς είτε κοινωνικούς/προσωπικούς και αναζητούν μια δίοδο προσωπικής έκφρασης, μέσα από τις φωνές των προσώπων του έργου του Σοφοκλή, τα οποία εξερευνούν εκ νέου μέσα στον ασταθή κόσμο του σήμερα.
Μέχρι πότε θα είστε στο Studio του θεάτρου Αργώ;
Μέχρι τις 17 Ιανουαρίου.
Υπάρχουν άλλα πλάνα σας, τώρα ή στο μέλλον, που να είναι ανακοινώσιμα;
Ναι, υπάρχει ένα θεατρικό που έχω γράψει με αφορμή κάποια ημερολόγια του πατέρα μου, που αναφέρονται στην περίοδο 1990 με 1992 και που θα γίνει παράσταση την επόμενη σεζόν, καλώς εχόντων των πραγμάτων.
Ο Έλληνας θεατής στηρίζει το θέατρο; Παρακολουθεί παραστάσεις;
Ναι, γιατί καταφέρνει και επιβιώνει μια πληθώρα θεατρικών σχημάτων κάθε περίοδο. Αν και ίσως η φετινή σεζόν δεν ξεκίνησε πολύ δυναμικά, θεωρώ ότι θα πάει καλύτερα.
Πώς αισθανθήκατε όταν μάθατε για το «περίφημο» προεδρικό διάταγμα, που υπονομεύει τα πτυχία των καλλιτεχνών;
Νομίζω αισθάνθηκα, όπως κάθε Έλληνας πολίτης θα έπρεπε να αισθάνεται, ντροπή και θυμό. Ντροπή που αναγκάστηκαν τόσοι νέοι καλλιτέχνες να «βγουν στους δρόμους» (αναφέρομαι εκτός από τις πορείες και σε καταλήψεις, συναυλίες διαμαρτυρίας και άλλα δρώμενα) και να σταματήσουν τις δραστηριότητές τους για τόσο καιρό. Βρέθηκα και ‘γω εκεί. Θυμό, γιατί είναι ενδεικτικό του πώς αντιμετωπίζεται το θέατρο και γενικότερα η τέχνη στη χώρα μας, αν και το θέμα της διαβάθμισης των πτυχίων δεν είναι σημερινό. Γιατί ναι μεν αναγνωρίζω τις προσπάθειες των φεστιβάλ και άλλων φορέων που επιδιώκουν να στηρίζουν τους νέους καλλιτέχνες και να γίνονται εξωστρεφείς με συνεργασίες σε Ευρώπη και αλλού, αλλά τελικώς ποια είναι η μοίρα του Έλληνα ηθοποιού ή χορευτή ή μουσικού σε βάθος χρόνου; Υπάρχει κάποιο βιώσιμο σχέδιο και κάποια πρόνοια για όλη τη χρονιά; Επίσης, μόνο με τεχνοκρατικές αντιλήψεις και κομματικές παρεμβάσεις ποτέ δεν θα δοθούν ουσιαστικές λύσεις για την αναβάθμιση της ποιότητας των θεατρικών σπουδών και την υποστήριξη των πραγματικών αναγκών των καλλιτεχνών που εργάζονται στην Ελλάδα. Το σχέδιο για Ανώτατη Σχολή Παραστατικών Τεχνών, το οποίο πιστεύω ότι θα είναι μια λύση τουλάχιστον για να πάψει να διαιωνίζεται το πρόβλημα, προχωράει;
Τι είναι αυτό που σας υποκινεί να υπηρετείτε με τέτοιο ενθουσιασμό και ποιότητα την τέχνη σας;
Πρώτα απ’ όλα η αγάπη μου για το θέατρο και τον τρόπο δουλειάς σε αυτό. Κάθε νέα συνεργασία είναι μια εμπειρία πρωτόγνωρη που αλλάζει και ωριμάζει όλους τους εμπλεκόμενους. Θέλω να πιστεύω ότι η τέχνη μου με βοηθά να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος, μέσα από τη γνώση και του ίδιου μου του εαυτού αλλά και του Άλλου, του συνανθρώπου μου. Θέλω να πιστεύω ότι έτσι μπορούμε να αποτελέσουμε ένα παράδειγμα και ότι κάτι από αυτά που παρουσιάζουμε θα μετατοπίσει το θεατή, ότι κάπως θα επέλθει μια «ρήξη» και ότι δεν είμαστε απλώς μια επανάληψη.
Κώστας Κούλης
0 Comments