“Έρχομαι από την καταιγίδα, έρχομαι από τη λάσπη, από τον ρημαγμένο παράδεισο, το Πήλιο. Έρχομαι από τη λάσπη. Τους πνιγμένους ανθρώπους, τα πνιγμένα ζώα, τα πεσμένα δέντρα. Από τις κομμένες εθνικές οδούς. Από την κομμένη, την καμένη, την πνιγμένη χώρα μας»

Και κάπως έτσι ξεκίνησε ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο, ένα ταξίδι που μετά από έξι περίπου χρόνια είχε βρει νέο λιμάνι. Την τελευταία φορά που είχα δει τον Αλκίνοο, ήταν στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής. Μια συναυλία παρεΐστικη, ακουστική. Όταν έμαθα ότι η παλιοπαρέα ξαναμαζεύεται και καθώς άκουγα Αλκίνοο από τα πρώτα του βήματα, με όλους αυτούς τους υπέροχους μουσικούς, η ανάγκη να βιώσω εκείνες τις στιγμές έγινε προσμονή και περνώντας για πολλοστή φορά την πύλη της Τεχνόπολης, ήξερα πως πάλι θα «χωθώ» σε ένα αγαπημένο περιβάλλον, γεμάτο μυρωδιές τρυφερής και ουσιαστικής μουσικής.
Μέσα από πέπλα καπνού η συναυλία ξεκινά με τραγούδια που όλοι έχουμε αγαπήσει. Είδα με χαρά το κοινό να συμμετέχει, να παθιάζεται, να βιώνει τους στίχους και τη μουσική. Να γίνεται ένα, με αυτόν τον μαγικό τρόπο που ενώνει τους ανθρώπους η μουσική.

Ο Αλκίνοος, πάντα χαμηλών τόνων, πάντα εκείνο το ντροπαλό παιδί που θυμάμαι από τα πρώτα του βήματα να χάνεται στους ήχους της μουσικής. Να τραγουδά «Εκτός τόπου και Χρόνου» για τον άσχημο «Καθρέπτη» της ψυχής, να αφουγκράζεται τον «Προσκυνητή», να κάνει «Παράκληση», να τραγουδά με πάθος «Θα μια κοντά σου, όταν με θες». Να θυμάται στιγμές του 2006 από το θέατρο του Λυκαβηττού, με τη Χαρούλα Αλεξίου και τον Σωκράτη Μάλαμα. Να μας μιλά για το 2015, όταν είχε τραγουδήσει μαζί με τα Διάφανα Κρίνα «Βάλτε Να Πιούμε» . Να τραγουδά για τον «Βυθό», τον «Τιμονιέρη» και να ανταριάζει το μέσα μας ακούγοντας την «Μικρή Πτητική Θεολογία». «Όνειρο Ήτανε», που δεν θέλαμε να τελειώσει.
Έκανε την έκπληξη και μετά από χρόνια τραγούδησε ξανά για εκείνη τη χαμένη αγάπη, για το κορίτσι που παντρεύεται κάποιον άλλον. Μιλώ για το τραγούδι του Νίκου Ζούδιαρη «Πέρασα Χθες», που είχε συμπεριληφθεί στο άλμπουμ του Αλκίνοου «Όπως Μυστικά Και Ήσυχα», του 1995.

Επί σκηνής, ο αγαπημένος Σταύρος Λάντσιας στα πλήκτρα, με τις υπέροχες μελωδικές του αναζητήσεις, ο Μιχάλης Καπηλίδης στα ιερά του τύμπανα, ο Γιώτης Κιουρτσόγλου που έχει δώσει άλλο νόημα στον όρο μπασίστας. Πηγαίος, εκδηλωτικός και γεμάτος ενέργεια, όργωνε την σκηνή. Ήταν μαζί και ο Μιλτιάδης Παπαστάμου στο ηλεκτρικό βιολί, αλλά κι ο Βαγγέλης Λάππας στον ήχο. Όλη αυτή η παρέα ενωμένη, να παίζει, να αυτοσχεδιάζει, να μοιράζεται.
Μπορεί να βρεθήκαμε υπό περίεργες συνθήκες, καθώς η χώρα μετρά τα πλήγματά της από τις φωτιές και τις καταιγίδες. Μετρά λάθη, μετρά για άλλη μια φορά απώλειες σε όλα τα επίπεδα. Όμως η μουσική μας ένωσε και θα μας ενώνει όσο υπάρχουν καλλιτέχνες, που μαζί τους μοιραζόμαστε τη χαρά, τη λύπη, τις ανησυχίες, τους φόβους, την αγανάκτηση, την ανθρωπιά, την ελπίδα για ένα καλύτερο κόσμο, για μια κοινωνία διαφορετική.
Μαίρη Ζαρακοβίτη
