Ποιος είναι ο Sivert Hoyem και ποιοι οι Madrugada; Η μουσική δεν παύει να επηρεάζεται από τον τόπο προέλευσής της και στη συγκεκριμένη περίπτωση, σχεδόν όλα δένουν πολύ όμορφα, απ’ το πρώτο τους κιόλας άλμπουμ ‘Industrial Silence’ το 1999, δημιουργημένο κυρίως στο, κατά βάση, κρύο και μουντό Όσλο. Αν προστεθεί και η σημασία του ονόματος του συγκροτήματος, που σημαίνει «ξημερώματα» ή «χαραυγή» στα ισπανικά/ πορτογαλικά, τότε το τραγούδι ‘Strange Colour Blue’ και όλος ο δίσκος γενικά – μοιάζει πολύ πιο ταιριαστό απ’ ό,τι ήδη είναι. Να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο όνομα (Μadrugada) προτάθηκε στο συγκρότημα απ’ τον συμπατριώτη και φίλο τους Oystein Wingaard Wolf, που από το 1980 δραστηριοποιείται στη μουσική και κυρίως στην ποίηση. Ακόμα, το προαναφερθέν τραγούδι περιέχεται και στην πρώτη κυκλοφορία τους, ένα EP με τίτλο το όνομά τους, που είχε κυκλοφορήσει ένα χρόνο πριν. Αρκετά όμοιο είναι και το ‘The Nightly Disease’ του 2001. Για ακόμη μία φορά ο τίτλος φαίνεται τόσο ταιριαστός με τραγούδια που περιέχονται (Black Mambo, Step Into This Room And Dance For Me, κ.ά.). Αυτός είναι ο ήχος στον οποίο βασίστηκαν αρχικά οι Νορβηγοί και με μερικά απ’ τα προαναφερθέντα τραγούδια έκαναν τις πρώτες τους μικρές επιτυχίες.
Μετά το ‘Τhe Nightly Disease’, όμως, η πορεία τους παίρνει μια μικρή στροφή. Ένα απ’ τα τέσσερα ιδρυτικά μέλη, ο Jon Pettersen (drums), αποχώρησε και καταπιάστηκε με τους Milestone Refinery, ένα συγκρότημα χωρίς μεγάλη επιτυχία. Την τετράδα συμπλήρωναν ο Frode Jacobsen στο μπάσο, ο Robet Buras στην κιθάρα και φυσικά ο Sivert Hoyem, με τη χαρακτηριστική του φωνή. Ο αντικαταστάτης στα ντραμς ήταν ο Simen Vangen. Μαζί θα κυκλοφορήσουν το ‘Grit’ Tο 2002’, στο οποίο δεν κυριαρχεί η μουντάδα και σκοτεινιά των δύο πρώτων δίσκων, παρά την ύπαρξη του αξεπέραστου ‘Majesty’ στο εν λόγω άλμπουμ.
Το κλίμα που δημιουργούν αρκετά απ’ τα τραγούδια των Madrugada στο album “Grit…” ταιριάζει πολύ στη νυχτερινή οδήγηση.
Fast forward. Οι Madrugada πέθαναν μαζί με τον Robert Buras; Ο Robert Buras δημιούργησε τους My Midnight Creeps που κυκλοφόρησαν δύο συνολικά άλμπουμ, το ομώνυμο ‘MMC’ το 2005 και το ‘Histamin’ το 2007, με τα οποία σημείωσαν μικρή επιτυχία και έλαβαν καλές κριτικές, κυρίως στη χώρα τους. Οι κύριες επιρροές τους ήταν συγκροτήματα όπως οι Stooges και ο ήχος τους είναι αρκετά πιο δυνατός και βρώμικος απ’ αυτόν των Madrugada. Το συγκρότημα διαλύθηκε μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Robert το 2007, ωστόσο τα υπόλοιπα μέλη δημιούργησαν τους Kitchie Kitchie Ki-Me-O (πήραν το όνομά τους από ένα τραγούδι που οι ίδιοι είχαν γράψει και υπάρχει στο ‘Histamin’) και συνεχίζουν στο ίδιο ύφος. Τον Ιούνιο του 2011 κυκλοφόρησαν το πρώτο τους, ομώνυμο άλμπουμ.
Ο Sivert Hoeym συνεχίζει αυτό που είχε αρχίσει κάποια χρόνια πριν, κυκλοφορώντας ακόμα δίσκους με το όνομα του, χωρίς να απομακρυνθεί πολύ απ’ το ύφος του συγκροτήματος. Το 2004 κυκλοφόρησε το ‘Ladies And Gentlemen Of The Opposition’, το οποίο έχει κάποιες δυνατές στιγμές που θυμίζουν το ‘Grit…’, αν και είναι κατά βάση, τόσο μελωδικό, όσο και οι παλαιότερες συνθέσεις των Madrugada. Όπως ο ίδιος έχει πει «Οι Madrugada είναι το αποτέλεσμα ιδεών τεσσάρων ανθρώπων σε ένα, ενώ τα τραγούδια αυτού του δίσκου είναι κάτι καθαρά δικό μου». Αν και ο ήχος του δίσκου μοιάζει αρκετά μ’ αυτό του συγκροτήματος, κυρίως των πρώτων χρόνων του, είναι περισσότερο αισθητή η παρουσία πλήκτρων και περιέχονται τραγούδια με επιρροές ακόμα και από παραδοσιακή σουηδική μουσική- ίσως εξαιτίας της καταγωγής του κιθαρίστα Freddy Viklund που συμμετέχει. Στο συγκεκριμένο κάνει και την επανεμφάνισή του ο Simen Vangen στα ντραμς.
Το ‘Exiles’ του 2006 κυκλοφόρησε υπό το όνομα Sivert Hoyem and The Volunteers, που στην ουσία είναι οι μουσικοί που έπαιζαν ή παίζουν ακόμα μαζί του, και μοιάζει περισσότερο με τα ‘Industrial Silence’ και ‘The Nightly Disease’. Περιέχει τουλάχιστον πέντε τραγούδια (Arcadians, I’ve Been Meaning To Sing You The Song, κ.α.), που πλέον θεωρούνται «κλασικά» σε ό,τι σχετίζεται με τον Νορβηγό τραγουδιστή. Ταυτόχρονα είναι η πρώτη κυκλοφορία της εταιρείας που ίδρυσε ο ίδιος, τη Hektor Grammofon. Οι Madrugada, την εποχή που δημιουργούνταν αυτός ο δίσκος, ήταν στο απόγειο της καριέρας τους και είναι άξιο θαυμασμού πώς μετά από τόσες συναυλίες και φορτωμένο πρόγραμμα, ο τραγουδιστής κατάφερε και έγραψε δέκα ολοκαίνουρια τραγούδια μέσα στις διακοπές των Χριστουγέννων. Πηγή έμπνευσης αποτέλεσε ένα παλιό βιβλίο του John Froissart με τίτλο ‘Hundred Years War’, μια ζωγραφιά απ’ το οποίο αποτέλεσε το εξώφυλλο του δίσκου.
«Η μουσική είναι η τέχνη μου και θα την υπηρετώ μέχρι να πεθάνω»
Το 2007 ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά, που επηρέασε σημαντικά τον Νορβηγό τραγουδιστή. Πέρα απ’ το θάνατο του επί χρόνια φίλου και συνεργάτη του, ήρθε και ο θάνατος του πατέρα του, λίγο καιρό αργότερα, να τον συγκλονίσει ξανά. Έχοντας μείνει μόνος και μετέωρος, τόσο στη μουσική όσο και στην υπόλοιπή ζωή του, μένει για λίγο με τον εαυτό του και δύο χρόνια αργότερα, έχοντας σκεφτεί πολλά για την καριέρα και τη ζωή του όπως είχε δηλώσει, κυκλοφορεί τον τρίτο και πιο επιτυχημένο μέχρι τώρα δίσκο με τίτλο ‘Moon Landing’ (2009).
Η περιοδεία που ακολουθεί, τον ξαναφέρνει στην Ελλάδα, για μερικές ακόμα εμφανίσεις, όπου συνειδητοποιεί πως έχει φανατικό κοινό. Στο ‘Long Slow Distance’ (2011), ο Νορβηγός δημιουργός, όντας πλέον πιο ελεύθερος μουσικά και κυρίως ψυχολογικά, εκδηλώνει κάθε σκέψη του. Γι’ αυτό και πρόκειται για έναν δίσκο με μεγάλη δόση πειραματισμού, πολύ διαφορετικός απ’ όσα ήδη έχει κάνει στο παρελθόν. Πρόκειται για ένα καθαρά «δικό του» άλμπουμ, καθαρά νορβηγικό, σε αντίθεση με παλιές δουλειές που είχαν αρκετές folk επιρροές και περισσότερα στοιχεία μελοδραματισμού (όπως σε αυτές των Madrugada). Αυτός μάλλον είναι και ο λόγος που ο ίδιος έχει δηλώσει πως αυτό το album τον εκπροσωπεί ως άτομο περισσότερο από οτιδήποτε έχει κάνει μέχρι τώρα.
Υπάρχουν δύο κατηγορίες καλλιτεχνών, αυτοί που ζουν απ’ τη μουσική και αυτοί που ζουν για τη μουσική. Στην πρώτη, πάντα κατά τη γνώμη του γράφοντος, ανήκουν τα περισσότερα απ’ τα συγκροτήματα που αναφέρθηκαν στην αρχή. Ο Νορβηγός έχει δηλώσει πολλές φορές, πως η μουσική είναι η τέχνη του και θα την υπηρετεί μέχρι να πεθάνει, επειδή απλά αυτό ξέρει να κάνει. Όλα τα υπόλοιπα, τα σκέφτεται κανείς μόνος του. Όπως και το αν θα παραβρεθεί σε κάποια απ’ τις επερχόμενες συναυλίες του.
Δημήτρης Όρλης
Πληροφορίες Εισιτηρίων
Τιμές Εισιτηρίων
Αθήνα
Γενική είσοδος: 45 ευρώ
Θεσσαλονίκη
Γενική είσοδος: 43 ευρώ
Σημεία Προπώλησης
Ηλεκτρονικά:
Αθήνα more.com | Θεσσαλονίκη more.com
τηλεφωνικά 211 7700 000
more spots
Nova | Public | Ευριπίδης | Viva Spot Τεχνόπολης
Δίκτυο Public
Public online: http://tickets.public.gr/
Kαταστήματα Public
https://www.public.gr/templates/publicStorelocator.jsp
Floyd
Live Music Venue
Πειραιώς 117, Γκάζι 11854, Aθήνα
210 3416706
info@floyd.gr
Principal Club Theater
Ανδρέου Γεώργιου 56, 546 27 Θεσσαλονίκη
Τηλ.: 2310428088
0 Comments