Ένας Εύζωνας περνάει από μπροστά μας… είναι η ώρα αλλαγής φρουράς στο Σύνταγμα.
Με αργό και λεβέντικο βάδισμα, φτάνει στο κουβούκλιο της φρουράς. Βρέχει αλλά εκείνος στέκεται αγέρωχος, μαρμαρωμένος στη θέση του. Μια γυναίκα, κρατώντας την ομπρέλα της, τον πλησιάζει. Μα είναι αργά… τι να γυρεύει τέτοια ώρα εκεί; Σταματά δίπλα του και αρχίζει να μιλά. Μιλά ακατάπαυστα, μιλά σαν να ξέρει τον νεαρό που βρίσκεται δίπλα της. Με ορμή ξεσπαθώνει μπροστά του, λέγοντας όλα όσα δεν μπορούσε ή δεν τολμούσε να πει τόσα χρόνια. Μιλά για τη δική της ζωή, για τα παιδικά της χρόνια, για τις ανέμελες εφηβικές στιγμές. Μιλά για τον άνδρα της, για τον γιο της. Μιλά για στιγμές που πέρασαν, για την τωρινή κοινωνία, που αντιμετωπίζει με σκληρότητα τους νέους, οδηγώντας τους σε ένα αβέβαιο αύριο. Απολογείται που δεν μπόρεσε να καταλάβει όταν έπρεπε τον συναισθηματικό κλυδωνισμό του γιου της. Που δεν προσπάθησε περισσότερο, που δεν τον κατάφερε να της ανοιχτεί.
Η Μαριάννα Τουμασάτου γίνεται μητρικός χείμαρρος για τις ανάγκες της παράστασης. Άλλοτε κωμική, άλλοτε σοβαρή, χειρίζεται πολυμορφικά τον ρόλο, τον διογκώνει όταν χρειάζεται και τον αποσυμφορίζει χωρίς δυσκολία. Υποστηρίζει καθηλωτικά τον χαρακτήρα της μητέρας. Σε μαγνητίζει από τις πρώτες ατάκες και χάνεσαι μαζί της στον κυκεώνα του μονολόγου της. Είναι άμεση, πληθωρική, ασυγκράτητη και γεμάτη συναίσθημα.
Η δίνη της μητρότητας μας παρασύρει όλους. Δένεσαι μαζί της και κινείσαι στα βήματα και τις σκέψεις «κατά τη διαδρομή». Μνήμες μικρές και μεγάλες ανάβουν στο μυαλό μας σαν φωτεινά λαμπιόνια. Πόσο υπερβολικές λέγαμε και λέμε ότι είναι, όταν αναφερόμαστε στις μανάδες μας. Λένε πως αν δεν έχεις κάνει παιδί, δεν μπορείς να καταλάβεις την υπερβολή της αγάπης μιας μητέρας. Δεν μπορείς να αντιληφθείς τον βαθύ σύνδεσμο που ενώνει αυτούς τους δύο ανθρώπους.
Εκείνη δεν θα σταματήσει ποτέ να σε σκέφτεται, να σε προσέχει, να σε φροντίζει, ακόμα και όταν…
Ο Αλέξανδρος Σταύρου, πλάθει σκηνοθετικά ένα συγκινησιακό περιβάλλον, με όμορφες πινελιές χιούμορ και δράματος. Κάνει το εξαιρετικό και βαθιά συγκινησιακό κείμενο του Βασίλη Κατσικονούρη σάρκα από τη σάρκα μας. Το βοηθά να ανθίζει μέσα μας χωρίς πομπώδεις εκτάσεις. Το θέμα άλλωστε είναι έντονο από μόνο του. Το «αγκάλιασε» με σοβαρότητα και το άφησε να ρέει σαν ποτάμι. Οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη είναι υπέροχοι, προσθέτοντας μια άλλη ατμόσφαιρα στις εντάσεις του κειμένου. Ευρηματικά μοναδική η σκηνογραφία του Ντέιβιντ Νεγρίν, βοήθησε στη διόγκωση των συναισθημάτων. Η μουσική επιμέλεια του Στέφανου Αδάμη έκανε πολλάκις τις καρδιές μας να σκιρτήσουν.
Βγαίνοντας από το θέατρο είχα μια γλυκόπικρη αίσθηση. Με τάραξε υπέροχα αυτός ο μονόλογος. Είχε μια αμεσότητα που σε προκαλούσε, είχε μια μαμαδίστικη θαλπωρή, είχε μια τραγική κωμικότητα και μια συναισθηματική φόρτιση που δύσκολα θα ξεχάσω.
Θα ήθελα μέσα από την καρδιά μου να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ σε όλους όσους συνέβαλλαν σε αυτή την εκπληκτική παράσταση. Η μοναδικότητά της μας συγκίνησε!
Μαίρη Ζαρακοβίτη
Μία παράσταση στη σκιά του προεδρικού διατάγματος 85/2022 (ΦΕΚ 232/Α/17-12-2022), με το οποίο τα πτυχία καλλιτεχνικών σπουδών εξισώνονται με απολυτήριο λυκείου. Θα θέλαμε πολύ να μάθουμε το όνομα εκείνου που σκέφτηκε και έπεισε και τους άλλους να γίνει κάτι τέτοιο. Θα επανέλθουμε.
0 Comments