Στο κουτί των αναμνήσεών μας όλοι έχουμε φυλαγμένους κάποιους ανθρώπους από τα μικράτα μας, που μας έχουν συντροφεύσει μέσα από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο. Για μας, τους γεννημένους τη δεκαετία του εβδομήντα και πριν, οι μαυρόασπρες αυτές φιγούρες ήταν πάντα μαζί μας, όταν καθόμασταν όλη η οικογένεια δίπλα στη σόμπα, με το τεράστιο μπουρί που έφτανε μέχρι τον ουρανό… του ταβανιού, ξαπλωμένοι στη ζεστασιά της κόκκινης φλοκάτης, που ήταν στρωμένη πάνω στο χαρακτηριστικό μωσαϊκό των σπιτιών της εποχής εκείνης. Αγκαλιά με ένα κατσαρολάκι γάλα, που παπαρώναμε μέσα του μπόλικο ψωμί ή με μια φέτα ψωμί με ζάχαρη ή μια φέτα ψωμί με λάδι, ντομάτα και ρίγανη ή ένα κουτί ζαχαρούχο γάλα και ένα κουτάλι.
Οι μαυρόασπρες αυτές φιγούρες μας διασκέδαζαν, μας ενημέρωναν, μας τραγουδούσαν, μας πηγαίνανε “εκδρομές” στην παράδοση, μας λέγανε παραμύθια, μας γνωρίζανε, μέσα από συνεντεύξεις, όλους τους διάσημους της εποχής εκείνης. Ήταν το ένα μέλος-συν σε κάθε ελληνική οικογένεια. Το καινούργιο απόκτημα της εποχής εκείνης, το “μαγικό κουτί”, έμπαινε σιγά σιγά σε όλα τα σπίτια και έφερνε καινούργιους ασπρόμαυρους φίλους στην παρέα μας. Ένας από αυτούς τους ασπρόμαυρους φίλους του τότε είναι και ο Γιώργος Λιάνης. Ο άνθρωπος, ο πολιτικός, ο ποδοσφαιριστής, ο φοιτητής, ο συγγραφέας… Μα πάνω απ’ όλα ο ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ, όπως αισθάνεται και ο ίδιος. Με αφορμή το πιο βιβλίο του «ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ (Αιώνιος Καλπασμός)», είχε έρθει η ώρα να γνωρίσουμε αυτή την ανεξίτηλη φιγούρα της μνήμης μας, η οποία επιτέλους θα πήδαγε έξω από το “μαγικό κουτί” και θα στεκόταν ολοζώντανη μπροστά μας.
Η εν λόγω συνέντευξη είχε δημοσιευθεί για πρώτη φορά το 2015 και μεταφέρεται, επιτέλους, στο καινούργιο μας σπίτι.
Γιατί Τσιτσάνης;
Γιατί με συντρέχει από τότε που πρωτοήρθα στην Αθήνα! Τον είχα ακούσει για πρώτη φορά στα παλιά μαγικά κέντρα «Καλαμίτσα» και «Καλαμάκι», που βρίσκονταν στο μοιχό του Θερμαϊκού κόλπου στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν γειτονιά στρατιωτικών. Έτυχε να νοικιάσουμε σπίτι στη συγκεκριμένη τοποθεσία – χωρίς να είναι στρατιωτικός ο πατέρας μου – και εκεί άκουσα πρώτη φορά τον Τσιτσάνη και έπαθα σοκ! Ήταν η δεκαετία του εξήντα και ήμουν ακόμα φοιτητής.
Από το εβδομήντα δύο – που έρχομαι πρώτη φορά στην Αθήνα και εργάζομαι ως δημοσιογράφος στα “Επίκαιρα” – μέχρι και το ογδόντα τέσσερα, όπου είναι και η χρονολογία του θανάτου του, επί δώδεκα χρόνια, τον βλέπω κάθε εβδομάδα, χώρια του ότι τον πηγαίνω τακτικότατα στο «Χάραμα», όπου εμφανίζεται! Υπάρχει μια φιλική σχέση, υπάρχει εμπιστοσύνη από πλευράς του σε μένα – σπάνια έδινε συνεντεύξεις. Αυτό με φορτίζει και με φορτώνει με ευθύνη και από ένα σημείο και μετά, λέω, «θα κρατήσω σημειώσεις»… και κρατούσα «δημοσιογραφικές σημειώσεις». Μετά, όταν έφυγε από τη ζωή το ογδόντα τέσσερα, με παρότρυνε ο Λευτέρης Παπαδόπουλος να γράψω ένα βιβλίο για τον Τσιτσάνη! «Μπορεί να γράφουν και άλλοι καλά αλλά εσύ όμως ΤΟΝ ΞΕΡΕΙΣ»! Συν του ότι είχα την τύχη να έχω δικά του ανέκδοτα σημειώματα καθώς επίσης και τα τετράδιά του, που γράφει πολύ προσωπικά πράγματα σε αυτά, τα οποία και χρησιμοποίησα. Άρχισα να κάνω λοιπόν πιο μεγάλα κομμάτια (σ.σ: δημοσιογραφικά).
Έκανα στο Βη-μαγκαζίνο ένα αφιέρωμα οκτώ σελίδων και ξαφνικά πέρυσι συνειδητοποίησα ότι πλησιάζει η εκατονταετία. Δεκαοκτώ Γενάρη ήταν τα εκατό χρόνια από την γέννησή του. Ξεκινάω λοιπόν τη διοργάνωση εκδηλώσεων στις Πρέσπες εν όψει της εκατονταετίας και γράφω κείμενα για τη μουσική παράσταση “Σερσέ λα φαμ”, η οποία παίζεται και τώρα στο ΚΘΒΕ και μετά από αυτό είπα ότι θα γράψω το βιβλίο! Κανείς δεν το πίστευε! Αλλά κάθισα προ δυο μηνών με μια παλιά μου μαθήτρια, που πρόσφερε τα μέγιστα στο βιβλίο, την Πέλλα Νικοδημάκη, δημοσιογράφο κλάσεως και το γράψαμε! Η Πέλλα μπορεί να μην ήξερε τον Τσιτσάνη αλλά ήξερε πάρα πολύ καλά πως μπορούσε να μαζέψει τις σημειώσεις μου και να τις κάνει βιβλίο! Με την βοήθεια της Πέλλας καταφέραμε να γράψουμε το βιβλίο μέσα σε ενάμιση μήνα!
Αναφέρετε και στο βιβλίο σας ότι στο πρώτο σας άκουσμα του φαινόμενου Τσιτσάνης δεν συνειδητοποιήσατε το καλλιτεχνικό του “βάρος”.
Εννοείται! Τον άκουγα στα σφαιριστήρια και μερικά τραγούδια δεν μου άρεσαν σε σχέση με το μουσικό είδος που ακούγαμε ως νεολαία την εποχή εκείνη! Χρειάστηκε να ακούσω δυο-τρία ξεχωριστά του τραγούδια για να πάθω το σοκ που προανέφερα. Με γοήτευε, για παράδειγμα, το τραγούδι του Τσιτσάνη “Απόκληρος σε αυτή την κοινωνία”, αλλά τα μουσικά ακούσματα από την οικογένειά μου ήταν τελείως διαφορετικά! Στο σπίτι ακούγαμε κυρίως Κλασσική μουσική, αλλά αυτό ήταν ένα παράνομο, θα έλεγα, ηχητικό άκουσμα που μου ξεσήκωνε μέσα μου άλλα πράγματα, πολύ πιο έντονα από αυτά που μου δημιουργούσε η Κάλλας!
Το λαϊκό τραγούδι είναι παντοδύναμο! Από εκεί λοιπόν ξεκίνησε η όλη ιστορία! Το εβδομήντα δύο λοιπόν, που ήρθα στην Αθήνα, η πρώτη συνέντευξη των ειδώλων και των αντί-ειδώλων για το περιοδικό “Επίκαιρα’ ήταν του Τσιτσάνη! Από τότε με συντρέχει συνεχώς! Από το πρώτο κομμάτι στα «Επίκαιρα», κατάλαβα ότι είναι ιδιοφυία!
Κάνατε έρευνα για τις ρίζες του Τσιτσάνη;
Από το ογδόντα τέσσερα που πέθανε ο Τσιτσάνης έκανα τρεις φορές εξερευνήσεις στην Ελλάδα. Πήγα στα Τρίκαλα, μίλησα με τους συγγενείς του, πήγα στα Γιάννενα και έψαξα τις ρίζες του παππού και της γιαγιάς του, πήγα στη Θεσσαλονίκη. Έψαξα πολύ για τον Τσιτσάνη. Υπήρξε υλικό που δικαιολογούσε την ύπαρξη του βιβλίου.
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε δύο μέρη. Σε κάθε του σελίδα, στην κάτω πλευρά του βιβλίου, έχετε τις αναφορές άλλων (συνεργατών, φίλων ,δημοσιογράφων κτλ.) και στο πάνω μέρος του βιβλίου υπάρχει η μυθιστορηματική αφήγησή σας για τη ζωή του. Στην ουσία είναι δυο βιβλία σε ένα! Πώς σας ήρθε αυτή η ιδέα;
Ο μεγάλος ιταλικός εκδοτικός οίκος Mondadori είχε κάνει κάποτε, όταν ήμουν φοιτητής, μια σειρά, “Τα υπέρ και τα κατά των μεγάλων προσωπικοτήτων” ( Στάλιν, Λένιν, Κένεντυ, Ρούσβελτ κτλ.). Επάνω έτρεχε το κείμενο της ζωής της εκάστοτε προσωπικότητας και από κάτω ήταν τα υπέρ και τα κατά. Από αυτό εμπνεύσθηκα. Από πάνω τρέχει μια εξιστόρηση για τον Τσιτσάνη και από κάτω τρέχουν τα γεγονότα που φωτίζουν την εξιστόρηση της ζωής του.
Αναφερθήκατε στο ότι είχατε όλο το πλάνο της συγγραφής του βιβλίου στο μυαλό σας! Στην ουσία σκηνοθετήσατε το βιβλίο, δεν το γράψατε…
Πολύ σωστά! Και τα τραγούδια του είναι σκηνοθετημένα από αυτόν! Τα τραγούδια έχουν πολλά πράγματα μέσα τους! Είναι ιστορικά, είναι κοινωνικά, είναι διασκεδαστικά, είναι ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ! Αλλά δεν είναι ένα πράγμα τα τραγούδια του. Και ο ίδιος, όταν του το είπα αυτό, μου είπε τη φοβερή φράση “Τώρα βρήκες το μυστικό των τραγουδιών μου αλλά δεν μου το είπες “… Του λέω «ποιο»; Μου είπε «Δεν βλέπεις ότι τα τραγούδια μου έχουν τέσσερεις εισαγωγές»; Ακούστε μερικά τραγούδια του. Αλλάζουν τα μοτίβα στην εισαγωγή. Τόσα πλούσια είναι! Γιατί, όπως έλεγε και ο ίδιος “Άλλη εισαγωγή έχω για ένα στίχο και άλλη για άλλον”! Στην ουσία υπακούει ο στίχος την μουσική, διότι πρώτα έγραφε τη μουσική και μετά το στίχο.
Το βιβλίο αποπνέει ένα ρομαντισμό και μια μεγάλη αγάπη προς το πρόσωπο του ανθρώπου Τσιτσάνη.
Αυτό που λες είναι ακριβές! Αποπνέει μιαν αγάπη και έναν απόλυτο σεβασμό. Πρόκειται για μια πολύ μεγάλη μορφή του Ελληνισμού. Δηλαδή, εγώ που διαβάζω πάρα πολύ, και διαβάζω τους μεγάλους μας, Ελύτη, Σεφέρη… Βλέπω ότι και αυτοί, εκθαμβωτικά, θεωρήσανε πρόσωπα σαν τον Τσιτσάνη, το Μακρυγιάννη, το Θεόφιλο, το Ρωμανό το Μελωδό. Δεν θεωρήσανε το Μότσαρτ, το Γκαίτε. Άλλες αξίες αυτές! Αυτοί που τους έκαναν όμως να νοιώσουν το αίσθημα της Ελληνικότητας μέσα τους είναι μεταξύ αυτών που προανέφερα και ο Τσιτσάνης!
Υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ των καλλιτεχνών της εποχής του Τσιτσάνη;
Υπήρχε! Όταν άρχισαν οι Έλληνες να κλέβουν τις μελωδίες που ακούγονταν στις ινδικές και τούρκικες ταινίες, ο Τσιτσάνης έγινε έξαλλος και πολύ επιθετικός. Αυτό πολλές φορές τον οδηγούσε σε άδικες συμπεριφορές σε συναδέλφους του.
Ο άνθρωπος Τσιτσάνης πώς ήταν;
Εντιμότατος αλλά απαιτητικός, με γνώσεις του τεράστιου ταλέντου του και στο τι θα προσφέρει στη χώρα. Ο Τσιτσάνης ήταν ιδιοφυία!
Αλλάζοντας πορεία στη συζήτησή μας, θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε ποιος από τους τρεις ρόλους – του δημοσιογράφου, του πολιτικού, του συγγραφέα – πιστεύετε ότι σας αντιπροσωπεύει περισσότερο;
Δημοσιογράφος! Ασφαλώς κάλυψε και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Ασφαλώς κάλυψε και το μεγαλύτερο μέρος της ψυχής μου! Παρόλο που έκανα είκοσι δύο χρόνια επίσημης δημοσιογραφία και είκοσι τρία στην πολιτική, παρακαλώ, θεωρώ ότι είμαι δημοσιογράφος.
Μόνο είκοσι δύο; Είχαμε την αίσθηση ότι ήταν παραπάνω.
Είκοσι δύο! Διότι τα υπόλοιπα δεν τα έβαλαν στην ΕΣΗΕΑ. Είναι και οκτώ χρόνια σε περιοδικά, αλλά τα επίσημα είναι τα είκοσι δύο.
Διακρίνουμε όμως και ένα μεγάλο συγγραφικό ταλέντο.
Μα ποια η διαφορά; Και ο δημοσιογράφος γράφει! Εξάλλου, εγώ έχω ανατραφεί με ποίηση και λογοτεχνία και οι λογοτεχνικές μου επιρροές φαίνονται και στη δημοσιογραφική γραφή μου.
Τα χρόνια της πολιτικής σας καριέρας είναι είκοσι τρία! Σας εξέφραζε η πολιτική;
Με εξέφραζε πάρα πολύ! Όχι γιατί με ενδιαφέρει η πολιτική, αλλά γιατί εξαιτίας της πολιτικής μπορούσα να κάνω τα πράγματα που ήθελα στη Φλώρινα. Στις Πρέσπες. Στα δύσκολα εκείνα μέρη. Δεν είναι ανάγκη τώρα να αναφερθώ σε όλα όσα έχω κάνει.
Αγαπάτε και τον αθλητισμό και υπήρξατε και ο ίδιος αθλητής. Αυτός ήταν και ο λόγος που διατελέσατε υφυπουργός αθλητισμού;
Όχι! Αυτό δεν παίζει ρόλο! Μπορεί να σε κάνουν υπουργό Γεωργίας χωρίς να έχεις σχέση με το συγκεκριμένο τομέα. Μπορεί να σε κάνουν υπουργό αθλητισμού χωρίς να έχεις πατήσει καν στο γήπεδο.
Είναι ωραίο αυτό;
(Γέλια) Δεν είναι! Αλλά σας λέω τι μπορεί να γίνει. Εδώ στην Ελλάδα, όλα μπορούν να γίνουν!
Έχουμε πολιτισμό στη σύγχρονη Ελλάδα;
Πώς δεν έχουμε! Έχουμε αξιόλογους ηθοποιούς, αξιόλογους χορευτές, αξιόλογους σκηνοθέτες, εξαιρετική λογοτεχνία, εξαιρετική ποίηση! Στον εικοστό αιώνα η Ελλάδα είχε τους πέντε μεγαλύτερους ποιητές! Στους δέκα του κόσμου οι πέντε ήταν Έλληνες! Σεφέρης, Ελύτης, Καβάφης, Ρίτσος – υποψήφιος έξι φορές για Νόμπελ, δεν το πήρε επειδή ήταν κομμουνιστής – Παλαμάς. Τι συζητάμε, κολοσσιαία χώρα είμαστε στον πολιτισμό.
Τον πολιτισμό που προαναφέρατε, του Τσιτσάνη, του Παπαδιαμάντη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Σεφέρη, τα ΜΜΕ και η σχολική παιδεία τον περνάνε πια στον κόσμο; Δεν θα έπρεπε να ‘ναι μέρος της παιδείας μας αυτός ο μουσικολογοτεχνικοποιητικός πολιτισμός;
Κακώς δεν τον περνάνε! Θα έπρεπε! Οι «Δοκιμές του Σεφέρη», κατά τη γνώμη μου, θα ‘πρεπε να ‘ναι αναγνωστικό γυμνασίου! Δηλαδή θα ‘πρεπε να υπάρχουν κείμενα ποιητικά και λογοτεχνικά υποχρεωτικής εκπαίδευσης! Έχουμε κολοσσιαίους καλλιτέχνες και από αυτό και μόνο θα μπορούσε να φτιαχτεί εργοστάσιο, θα έλεγα, παιδείας. Εργοστάσιο ψυχών!
Είναι αυτό ευθύνη του κράτους;
Δεν μπορώ να κατηγορώ συνέχεια το κράτος. Σας λέω ότι Ναι! Το κράτος έχει την ευθύνη και δεν έχει χαράξει ακόμα πορεία στην παιδεία και ακόμα σκοτώνονται, χάνουν τις μισές μέρες, καταλαμβάνουν αναίτια τα Πανεπιστήμια – αναίτια για μας, για αυτούς είναι πολλές οι αιτίες – αλλά αιτίες που τις γεννάνε άλλα πράγματα… το ένα φέρνει το άλλο. Εγώ θα συνόψιζα τη σημερινή Ελλάδα σε μια απλή εξίσωση. Η μισή Ελλάδα μαθαίνει να μαγειρεύει και η άλλη μισή μιλάει αγγλικά που δε ξέρει. Αυτό είναι σήμερα η Ελλάδα! Όλη η τηλεόραση είναι αγγλισμοί και όχι ελληνικές λέξεις – που έχουμε την ωραιότερη γλώσσα του κόσμου – και τον υπόλοιπο χρόνο συνταγές μαγειρικής! Σε ποιόν χρησιμεύει αυτό το πράγμα; Νέοι άνθρωποι! Μαθαίνουν να μαγειρεύουν νέοι άνθρωποι!
Οι εκπομπές μαγειρικής είναι αυτές που πληρώνουν! Είναι οι μόνες που χορηγούνται από σπόνσορες που τα “σκάνε”!
Σύμφωνοι! Σε τι χρησιμεύει αυτό; Μια εκπομπή μαγειρικής να υπάρχει, δύο! Αλλά ώρες ολόκληρες; Μετά θα λέμε «Τρώνε τα Ελληνόπουλα»! Ε, μα βέβαια θα τρώνε! Άμα τους μαθαίνουν να χλαπακιάζουν το κάθε πράγμα που βλέπουνε…
Μια και έχετε κάνει πολύ τηλεόραση….
Πολύ όχι!
Το ‘χετε με την τηλεόραση…
(Μας διακόπτει ) Δεν το έχω!
Εμείς πιστεύουμε ότι το έχετε!
Όχι! Ίσα ίσα που όταν πήγα να κάνω τους «Ρεπόρτερ» μου λέγανε ότι είμαι αντί-τηλεοπτικός, γιατί ήμουν ο πιο άσχημος από τους τρεις, ότι ο λόγος μου ήταν πολύ ποιητικός και δεν έκανε για την τηλεόραση, ότι δεν ήξερα να χρησιμοποιήσω τα μέσα. Ήμουνα τόσο αδέξιος, που την ώρα που έπαιρνα συνέντευξη δεν σκεφτόμουν ότι το μικρόφωνο γράφει και χτυπούσα τις πόρτες των ανθρώπων με το μικρόφωνο και έγραφε τον ήχο, μου ‘λεγε ο ηχολήπτης “Τι κάνεις, βρε Γιώργο”; «Τι κάνω;» του απαντούσα! Δεν σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή, έκανα τη δουλειά μου σαν δημοσιογράφος! Θέλω να πω ότι δεν ήταν ιδιαίτερη για μένα η τηλεόραση.
Θυμόμαστε το επεισόδιο εκείνο, των «Ρεπόρτερ», που ήταν καταδικασμένη μια Ελληνίδα σε θάνατο και εσείς είχατε τον άχαρο ρόλο να μιλήσετε με την κόρη της!
Αυτή η εκπομπή ήταν μια από τις τρεις πιο δημοφιλείς εκπομπές των ρεπόρτερ. Οι άλλες ήταν οι τρεις εκπομπές που είχαμε κάνει με τον Καζαντζίδη, εκ των οποίων η τρίτη και σπουδαιότερη κόπηκε. Και δεν κόπηκε για τους λόγους που γράφει ο κύριος Μάτσας στο δικό του βιβλίο, κόπηκε για άλλους λόγους, που δεν θέλω να τους πω για να μην προσβάλλω πρόσωπα, αλλά θα έρθει και η ώρα που θα τα γράψω αυτά! Κόπηκε για πολύ σοβαρούς λόγους, που δεν τους αναφέρει ο Κύριος Μάτσας!
Να ρωτήσουμε κάτι άσχετο. Το 2006 γίνεται εδώ η Eurovision και κερδίζει ένα συγκρότημα από τη Φιλανδία, οι Lordi, του οποίου τα μέλη είναι ντυμένα σαν τέρατα. Ο Ρουσόπουλος, που είναι να παραδώσει το βραβείο, την κάνει “τσίου”. Δεν κάθεται καθόλου! Αν ήσασταν εσείς υπουργός τύπου, θα σας πείραζε να βγείτε και να δώσετε βραβείο σε αυτούς τους ανθρώπους; Οι οποίοι είναι καλλιτέχνες στην ουσία. Άσχετα από το πως είναι ντυμένοι.
Από την ώρα που έχω πάρει τη ζωή, όχι πάντα στα σοβαρά και ξέρω ότι αμφότερες πλευρές υπάρχουν (και η σοβαρότατη πλευρά και η γελοία). Εδώ υπάρχει η γελοία πλευρά στην ιστορία, δεν θα υπάρχει στη ζωή; Εξελίσσεται σαν φάρσα αυτό που συμβαίνει! Είναι μια φαρσοκωμωδία αυτό που συμβαίνει στην πολιτική ζωή της χώρας! Απαγάγουν πρόσωπα, δηλώνουν σήμερα ότι είμαι άσπρος, αύριο μαύρος, μεθαύριο πράσινος. Πώς γίνονται αυτές οι καταπληκτικές αλλαγές ή οι αλλαγές των πολιτικών σε διαστήματα η μήνα ή χρόνου… Πόσο εύκολα αλλάζουν! Δεν είναι ρόλοι ηθοποιών. Όταν είσαι πολιτικός δεν παίζεις ένα ρόλο, είσαι σε κάποιο χώρο πνευματικά αφιερωμένος, ιδεολογικά, που είναι το πνεύμα, και ψυχικά! Εγώ δεν μπορώ να φύγω απ’ το ΠΑΣΟΚ γιατί ντρέπομαι να φύγω! Γιατί θα πω “Καλά, είκοσι τρία χρόνια ήμουν εδώ! Πρωταγωνιστής! Τώρα τι θα είμαι; Άλλος”;
Η αλήθεια είναι ότι ούτε και ο κόσμος το εκτιμά αυτό.
Βεβαίως! Βεβαίως! Δηλαδή ήσουνα πρωταγωνιστής και επειδή τώρα άλλαξαν οι καταστάσεις πρέπει να πας αλλού; Μείνε εδώ και βγάλε το σκασμό, φύγε από την πολιτική, όπως έκανα και εγώ. Για να σου απαντήσω όμως στην ερώτησή σου σε σχέση με τους Lordi, δεν θα με ενδιέφερε καθόλου να δώσω ένα βραβείο το οποίο είναι θεσμικό – βέβαια κακώς θεωρείται μεγάλο πολιτιστικό γεγονός η Eurovision, είναι επικοινωνιακό γεγονός – αλλά από την άλλη μεριά είναι και αυτό ένα μέσο διαφήμισης της χώρας μας, δεν μπορείς να το αρνηθείς.
Αυτό δεν σημαίνει ότι επειδή η Eurovision είναι κατά κάποιο τρόπο “πανηγυράκι”, δεν έχουν λάβει μέρος σε αυτή και σπουδαίοι καλλιτέχνες.
Θα σου απαντήσω. Ήμουνα πολύ περήφανος όταν πήρε τη Eurovision η Παπαρίζου! Έβλεπα έναν κορίτσαρο που εκρηκτικώς κινούταν επί σκηνής και κατέκλυζε και πλημμύριζε την Ευρώπη με Ελλάδα! Αυτός ο κορίτσαρος με έκανε περήφανο!
Είμαστε υποκριτική κοινωνία οι Έλληνες;
Εντελώς! Εντελώς υποκριτική! Στο βάθος όμως είμαστε πολύ περήφανοι! Έχουμε όμως και τους Φαρισαϊσμούς μας! Όπως έχουν λίγο ή πολύ όλες οι κοινωνίες! Αυτό που έγινε με την αντίδραση των Γάλλων σε σχέση με τα τραγικά γεγονότα του “je suis Charlie”, δεν ήταν φαρισαϊσμός; Τώρα τους ξύπνησε αυτό το αίσθημα; Εντάξει, ήταν ένα συγκλονιστικό γεγονός, είναι κάτι που δεν έχει ξαναγίνει, δικαίως έγινε και χαίρομαι που ενώνει μια χώρα, αλλά τόσο καιρό που ξέρανε οι Γάλλοι την πολιτική τους για τους μετανάστες, που τώρα θα γίνει πιο περιχαρακωμένη είναι και αυτό σωστό; Δεν μιλάω για τους δράστες. Η πολιτική που έχουνε οι χώρες απέναντι στο θέμα αυτό είναι σωστές; Έπρεπε να έχει μια λελογισμένη δοσολογία σε αυτό, πόσο αντέχει η χώρα. Δεν μπορεί, όμως, μια χώρα να λέει όχι! Όπως διατείνονται μερικοί μερικοί, “Σκοτώστε τους μετανάστες”…
Αυτό το “Σκοτώστε τους μετανάστες” δεν έχει το δικαίωμα να το ξεστομίζει κανείς! Πόσο μάλιστα οι Έλληνες! Η άποψή σας;
Ποιοι Έλληνες; Ποιά Ελλάδα; Την Ελλάδα που έσπειρε τον Ελληνισμό σε όλα τα πέρατα της γης και έχει δέκα εκατομμύρια Έλληνες στο εξωτερικό; Τολμάμε εμείς να μιλάμε;
Έχετε διδάξει σε σχολή δημοσιογραφίας;
Ναι, παρόλο που πιστεύω ότι η δημοσιογραφία δεν διδάσκεται και είμαι υπερήφανος που έβγαλα δυο μαθητές, όσους οποίους πήγα να δουλέψω στα εβδομήντα μου, γιατί νοιώθω την ανάγκη να δουλεύω και τους βρήκα αυτούς εκεί. Την ώρα που εγώ τους έλεγα στη σχολή ότι δεν διδάσκεται η δημοσιογραφία και ήρθα εδώ για να βγάλω λεφτά. Τους το είχα ξεκαθαρίσει! Απλώς τους έκανα, αυτό που επίσης δε διδάσκεται… συνεντεύξεις! Υπάρχουν βέβαια κάποιοι κανόνες, αλλά τους κανόνες συνήθως στη συνέντευξη δεν τους ακολουθείς.
Η διασταύρωση της είδησης σήμερα και η έρευνα πριν δημοσιοποιηθεί η είδηση υπάρχει;
Δεν κάνουμε έρευνα σήμερα, μεγάλη απώλεια! Τα βρίσκει εύκολα ο δημοσιογράφος από το διαδύκτιο. Είναι όμως μεγάλο πράγμα να κάνεις την έρευνα! Ακόμα και στα εβδομήντα μου έκανα έρευνα. Μέχρι και την προηγούμενη μέρα από την παράδοση του “Αιώνιου καλπασμού”, σήκωσα τηλέφωνα για να επιβεβαιώσω κάποιες απορίες που είχα! Δεν τελειώνει μέσα σου η αναζήτηση. Δεν έχει αρχή και τέλος!
Έχει φθαρεί στις μέρες μας το επάγγελμα του δημοσιογράφου;
Επάγγελμα έχει γίνει και όχι λειτούργημα, όπως θα έπρεπε να είναι! Αν κάποιος σκέφτεται ότι έγινε δημοσιογράφος χωρίς να το βλέπει ως επάγγελμα, αυτός δεν φθείρεται. Δεν θέλω να αναφερθώ σε ονόματα, αλλά όταν μπήκαμε στη δημοσιογραφία, δε φανταζόμασταν ότι αυτό το ταξίδι θα κρατήσει μια ζωή! Δεν φαντάστηκα ότι από αυτό θα ζω! Φαντάστηκα ότι θα ‘ρθει η μέρα που θα κάνω κάτι άλλο! Αλλά έγινε αυτό, ΑΥΤΟ με άλφα κεφαλαίο και ήταν μεγαλειώδες το να κάνεις αυτό που σου αρέσει και να ζεις από αυτό που σου αρέσει! Είναι ότι καλύτερο!
Έχουν αλλάξει οι ηθικές αρχές;
Έχει ηθικές αρχές και η σημερινή γενιά, απλά είναι διαφορετικές. Δεν μπορώ να πω ποτέ ότι μια γενιά που έρχεται είναι μια γενιά καμένη, μια γενιά καταδικασμένη! Αντιθέτως, βλέπω, νέα παιδιά που με τρομάζουν οι πάρα πολλές γνώσεις τους! Η υπερπληροφόρηση δεν είναι όμως κι αυτή καλό πράγμα. Δεν προλαβαίνει κανείς να ταξινομήσει τη ζωή του, τη σκέψη του να πει πια είναι τα απαραίτητα, να πάρει τον “ταξιδιωτικό του σάκο”, που λέει και ο Ελύτης! Ο Ελύτης λέει ότι «…στην πορεία της ζωής μου θα έπαιρνα “αυτά”». Όπου και να πήγαινε θα τα έπαιρνε μαζί του! Στα απαραίτητα είναι ο Μότσαρτ, ο Γκαίτε, ο Ρίτσος! Έτσι και εγώ θα έπαιρνα το ταξιδιωτικό μου σάκο! Δεν μπορείς να έχεις εφτά τόνους φορτηγά γεμάτα! Το ίντερνετ είναι εφτά τόνοι φορτηγά γεμάτα. Κάνε, βρε φίλε, λίγο την αξιολόγησή σου! Τι είναι αυτό που σου κάνει!
Μαρία Ασημακοπούλου
Αντί επιλόγου: Η ώρα του τέλους πλησιάζει σιγά σιγά και εμείς μαζεύουμε τον “ταξιδιωτικό μας σάκο” γεμάτο με χρήσιμες πληροφορίες και γνώσεις που αντλήσαμε από τον Γιώργο Λιάνη. Εκείνος ετοιμάζεται να φύγει για μία εκδήλωση κι εμείς χαζεύουμε τις φωτογραφίες που “ψαρέψαμε” από το αρχείο του… Μαζί με την Αλίκη, τη Μελίνα, τη Χαρούλα, τους γονείς του και τα παιδιά του, μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου και το Θάνο Μικρούτσικο, να καταθέτει εναντίον της χούντας και να έχει απέναντί του τον Βασίλη Τσιτσάνη στη σκήτη του τελευταίου… Γεμάτος χαρά μας μιλάει για τη μουσική που έγραψε ο μέγιστος συνθέτης για το δελτίο ειδήσεων της κρατικής τηλεόρασης. Μας βάζει να ακούσουμε το θέμα. Παθαίνουμε εγκεφαλικό από το σοκ! Ο άνθρωπος έχει γράψει πράγματα που κάποιοι θα περίμεναν μόνο από τιτάνες σαν τον Βαγγέλη Παπαθανασίου… Τα λόγια περιττεύουν όταν πρόκειται για το δάσκαλο των μαέστρων και ο Λιάνης το γνωρίζει αυτό καλύτερα απ’ όλους μας. Εννοείται φυσικά πως το εν λόγω θέμα δεν παίχτηκε ποτέ από την ελληνική τηλεόραση. Δεν περιμέναμε να παιχτεί, για να είμαστε ειλικρινείς… Χαιρετιόμαστε και ανανεώνουμε το ραντεβού για κάποια στιγμή στο μέλλον, όταν θα επισκεφτούμε για δεύτερη φορά το γεμάτο εκπλήξεις φωτογραφικό του κάστρο… «Αιώνιος Καλπασμός» έγραψε ο δημοσιογράφος… «Αιώνιος Θαυμασμός» υπογράφουμε εμείς…
Κώστας Κούλης
0 Comments