Δημήτρης Βεντουράκης και Σωκράτης Τσέντογλου. Πιάνο και τύμπανα αντίστοιχα. Και οι δύο αυτοί εξαίρετοι καλλιτέχνες αποτελούν ενεργό και αναπόσπαστο μέλος και μέρος της παράστασης «Πεπερασμένος Χρόνος», η οποία αναμιγνύει μαγικά Jazz και ποίηση. Μιλήσαμε με τους δύο μουσικούς, μοιραστήκαμε εικόνες και μελωδίες και αφουγκραστήκαμε το μπλε όταν γίνεται ακόμα πιο μπλε. Ευχαριστούμε θερμά την Κατερίνα Τριχιά, η οποία φρόντισε να πραγματοποιηθεί αυτή η συνέντευξη.
Πότε και πώς ξεκίνησαν οι σκέψεις για τον «Πεπερασμένος χρόνος»; Πότε αποφασίσατε να προχωρήσετε με τη συγκεκριμένη παράσταση;
Η ιδέα της παράστασης ξεκίνησε από τον Σωκράτη πριν δυο χρόνια που ήθελε να κάνουμε ένα πρότζεκτ συνδυάζοντας ποίηση και μουσική. Αφότου ήρθε σε επαφή με τον ποιητή Γιάννη Λειβαδά και εκείνος μας πρότεινε μερικά κείμενα με τα οποία μπορούσαμε να δουλέψουμε, κάτσαμε και στήσαμε την παράσταση, καταλήγοντας στην δομή της, τη βασική θεματική και εν τέλει το μουσικό πλαίσιο. Συνδετικός κρίκος όλων ήταν η έννοια του λαβυρίνθου, του αδιέξοδου, αυτό που είναι ο πυρήνας της παράστασης μας και αποτελεί το δεύτερο μέρος της με το ποίημα του 19ου αιώνα “Λιτανείες του Ρόδου” του Remi de Gourmont. Μόλις είχαμε αυτό, μπορέσαμε να διαμορφώσουμε και το υπόλοιπο έργο και κάναμε μια πρώτη εκδοχή αυτού στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων με την Μαρία Κριτσωτάκη και τον Στέφανο Τσιφά καθώς και μια βιντεοσκόπηση/ηχογράφηση – που θα κυκλοφορήσει ως δίσκος μέσα στο επόμενο διάστημα – πάλι με την Μαρία και τον Μάκη Παπαδημητρίου, αλλά πάντα φανταζόμασταν μια σειρά από παραστάσεις γιατί αυτό το πρότζεκτ για εμάς αποτελεί μία συνεχή διερεύνηση του θέματος και της προσέγγισής του.

Πόσο καιρό κράτησαν οι πρόβες; Υπήρξε κάποιο σημείο που να δώσετε ιδιαίτερο βάρος κατά τη διάρκειά τους;
Οι πρόβες με την νέα ομάδα – Άρτεμις Γρύμπλα στην απόδοση των κειμένων και Κατερίνα Ρουσιάκη στη φωνή – δεν ήταν πολλές λόγω χρονικών περιορισμών, αλλά το έργο δουλεύεται και ωριμάζει μέσα μας με τον Σωκράτη από την δημιουργία του και ο τρόπος που το προσεγγίζουμε μουσικά και συνθετικά, εφάπτεται και στην υπόλοιπη καλλιτεχνική μας δράση. Είναι ταυτόχρονα κάτι οικείο και ανεξερεύνητο. Καταφέραμε παρ’ ότι λίγες, οι πρόβες να είναι ουσιαστικές και συμπυκνωμένες και, εώς ένα βαθμό, γνωρίζαμε ότι όσες και να κάναμε, η φύση της παράστασης αυτής, πάντα θα αφήνει ένα ενδεχόμενο ρίσκου και αγνώστου. Αυτό ήταν κάτι δεδομένο στο αυτοσχεδιαστικό πλαίσιο το οποίο έχουμε τοποθετήσει και εκεί θα μπορούσε να πει κανείς ότι δώσαμε το μεγαλύτερο βάρος. Να είναι δηλαδή σαφές σε όλα τα άτομα που παίζουν ότι ο χώρος ναι μεν είναι κάπως συγκεκριμένος, το θέμα να είναι σαφές, αλλά η προσέγγιση μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική κάθε φορά. Κάθε παράσταση είναι πραγματικά διαφορετική, προσωπικά εμένα αυτό είναι μία αισθητική και καλλιτεχνική πρόκληση που με αφορά και με εξιτάρει.
Κατά τη διάρκεια του έργου παίζετε πιάνο και τύμπανα αντίστοιχα. Δίνετε με νότες το νόημα και στέκεστε δίπλα στην αφήγηση. Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να το δέσετε όλο αυτό;
Είναι κάτι πάρα πολύ απαιτητικό, γιατί η μουσική δεν είναι απλώς συμπληρωματική στην παράσταση, είναι ένας ολόκληρος κόσμος, χαρακτήρα δεν θα την έλεγα, αλλά όσο συνοδεύει, συνεργάζεται και ακολουθεί τα κείμενα και την απόδοση της Άρτεμις, άλλο τόσο προτείνει, προλαβαίνει, καθορίζει, αντιτίθεται. Είναι μια ολόκληρη οντότητα που για μία ώρα – όση ώρα διαρκεί η παράσταση δηλαδή – χρειάζεται να είμαστε απολύτως παρόντα και συγκεντρωμένα τα τρια άτομα που έχουμε αναλάβει να την εκπροσωπήσουμε, αδιάκοπα. Από την άλλη όμως, κάτι τέτοιο είναι συνεπές με την δράση μας ως μουσικοί με τον Σωκράτη έτσι κι αλλιώς, δεν μας είναι κάτι ξένο σαν διαδικασία, αυτή ακριβώς η συνθήκη μας ενδιαφέρει και σε άλλα πρότζεκτ μας, χωρίς αυτό να την κάνει πιο εύκολη βέβαια. Αυτό που γίνεται είναι ίσως πιο δυνατή, πιο ασφαλής, πιο ελεύθερη και ξεκάθαρη.

Είναι αυτή η διάδραση μεταξύ των πρωταγωνιστών και μεταξύ εκείνων και του κοινού η επιτομή στην τέχνη σας; Είναι ώρες-ώρες μη πιστευτό το πόσο και πώς περνάει «κάτω» αυτό που εσείς στέλνετε από σκηνής;
Ναι ξεκάθαρα, είναι κάτι που μας απασχολεί συνεχώς και προσωπικά δεν με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα συνθήκες που κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Ποτέ δεν εκτίμησα καταστάσεις που αγνοούν την συμβολή του κοινού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εκείνη την στιγμή ο μεγαλύτερος βαθμός ευθύνης, αλλά και ελέγχου, δεν βρίσκεται στα άτομα που είναι στην σκηνή. Η τέχνη είναι μια διαδικασία έκφρασης και όταν μιλάμε για παράσταση, παίρνει αυτομάτως (και) συλλογική μορφή, οπότε δεν μπορείς να αγνοείς ότι υπάρχει μία σύνδεση μεταξύ εσένα και των υπολοίπων ατόμων στο δωμάτιο. Ακόμη και αν αυτό το κάνεις εν τέλει – συνειδητά – εξακολουθεί να είναι μια επιλογή μέσα στην οποία έχεις λάβει υπόψιν ότι δεν είσαι ένα άτομο μόνο σου με τον εαυτό του. Από τα πιο πειραματικά εγχειρήματα, μέχρι τα πιο μέινστριμ, αν σέβεσαι τον εαυτό σου, αυτό που κάνεις και δείχνεις ότι σε ενδιαφέρει, ότι θες να είσαι εκεί την στιγμή που συμβαίνει και αισθάνεσαι μία κάποια αγάπη για αυτό που μοιράζεσαι, τότε αυτό έχει πολλές πιθανότητες να περάσει στο κοινό και να βιώσετε μια από κοινού εμπειρία.
Θα λέγατε, όσον αφορά τη δουλειά σας, πως είστε οι πιο αυστηροί κριτές σας;
Όχι, αυτά τα θεωρώ τοξικά πρότυπα και αφηγήματα που εξυπηρετούν πολύ συγκεκριμένες δομές και καταστάσεις. Δεν χρειάζεται ούτε να είμαι ο πιο αυστηρός, ούτε ο πιο αντικειμενικός, ούτε καν ο πιο δίκαιος κριτής του εαυτού μου για να είμαι σοβαρός σε αυτό που κάνω. Το ζήτημα είναι να αναλαμβάνεις την ευθύνη των πράξεών σου και να είσαι σε επαφή με αυτό που θες και νιώθεις συναισθηματικά. Δεν χρειάζεται να είναι “σωστή” μία επιλογή για να την κάνω, αρκεί να είμαι καλά με το γεγονός ότι την έκανα και με τις συνέπειες που θα έχει αυτή σε εμένα, τον περίγυρο μου και εν τέλει το ίδιο το έργο. Καλό να λαμβάνουμε υπόψιν μας ότι δεν θέλουμε όλα τα άτομα τα ίδια πράγματα. Άλλα θέλουν κυρίως αίσθηση ελευθερίας μέσα από αυτό που κάνουν, άλλα να αισθάνονται ορθότητα, άλλα επιβεβαίωση και ούτω καθεξής, γιατί να τους αφαιρέσουμε το δικαίωμα; Ας εστιάσει το κάθε άτομο σε αυτό που νιώθει πιο άνετα και να είμαστε οι πιο “αυστηρά υπεύθυνοι” του εαυτού μας.
Σας γοητεύει μία τέτοιου είδους «αφήγηση»; Η Jazz, ο αυτοσχεδιασμός, η παράλληλη αφήγηση… Τελικά, τι είναι αυτό που σας γοητεύει;
Απολύτως. Η αφήγηση είναι η αφετηρία για εμένα σε κάθε τέτοια συνθήκη και είναι το αγαπημένο μου και ίσως το πιο δυνατό μου εργαλείο. Η jazz, ο αυτοσχεδιασμός, είναι απλά μια γλώσσα και ένα εργαλείο αντίστοιχα, ορισμένες προσεγγίσεις. Τα αγαπάω και τα προτιμώ, αλλά δεν είναι οι μόνες μου επιλογές και ούτε αυτές που ταιριάζουν πάντα, συνεπώς η διαδικασία της αφήγησης είναι το σταθερό στοιχείο που δένει όλα τα υλικά μαζί όταν δομείται ένα πρότζεκτ. Αν προσθέσουμε σε αυτό τη δυνατότητα συνεργασίας και συνύπαρξης με άλλα πεδία – ποίηση και υποκριτική στην εν λόγω παράσταση – αλλά διατηρώντας τον ίδιο πυρήνα στην ουσία του, τότε νομίζω ότι πλησιάζουμε επίπεδα ατελείωτης γοητείας. Είναι διαθέσιμα όλα τα απαραίτητα συστατικά για να μπω μέσα σε έναν νέο κόσμο και να εξερευνήσω τις αποχρώσεις του, τις δικές του ιδιαιτερότητες, καμιά φορά στα όρια της εξάντλησης θα παραδεχτώ, αλλά προσπαθώ να μαθαίνω από κάθε εμπειρία.

Μέχρι πότε θα είστε στο Athens Arts Collective;
Με τον Σωκράτη είμαστε το Athens Arts Collective, συνεπώς δεν το βλέπω να υπάρχει χωρίς εμάς. Πρόκειται για ένα φορέα μέσω το οποίου πραγματοποιούμε ορισμένα από τα πρότζεκτ μας και όσο έχουμε ιδέες, κατά πάσα πιθανότητα τόσο θα υπάρχει. Ταυτόχρονα είμαστε ανοιχτοί σε συνεργασίες, μεγάλωμα της ομάδας, προτάσεις, you name it. Η όλη ιδέα πίσω από το AAC είναι η συλλογική διάθεση, συνεπώς έχουμε μεγάλη αγάπη και διάθεση προστασίας/φροντίδας του εγχειρήματος, αλλά σε κανένα βαθμό δεν το αισθανόμαστε ως κάτι αποκλειστικό και κλειστό.
Έχετε άλλα πλάνα, τα οποία να είναι ανακοινώσιμα;
Μόλις τελειώσαμε ένα κύκλο συναυλιών ονόματι ‘Cycle of 4ths’ που διήρκησε τέσσερις μήνες – μία συναυλία το μήνα σε διαφορετικό χώρο κάθε φορά – που περιλάμβανε τέσσερα acts που θα μπορούσε κανείς να πει ότι ανήκουν στο avant-garde φάσμα της ελληνικής μουσικής σκηνής. Αυτά ήταν τρία σόλο πρότζεκτ, του κιθαρίστα Γιάννη Αράπη, του κιθαρίστα Θέμη Βασιλείου, της πιανίστριας Μαριανίνας Καλοκαιρινού και το ντουέτο 42 Years Day 42 Years Night που έχουμε με τον Σωκράτη. Εδώ η διάθεση ήταν ξανά συλλογική, με την απόφαση να μαζευτούμε άτομα μιας κάπως κοινής ταυτότητας, αλλά με ξεχωριστό ήχο το καθένα και να παρουσιάσουμε την δουλειά μας ελεύθερα, με ασφάλεια και με ανοιχτή διάθεση σε ένα κοινό που ίσως δεν είναι εξοικειωμένο με αυτούς τους ήχους, αλλά έχει την δυνατότητα να καταλάβει αυτό που κάνουμε. Οι ελιτισμοί δεν χωράνε στην αγνή έκφραση, αρκεί να δώσεις τον χώρο στο απέναντι άτομο να σε ακούσει. Το πολύ πολύ να σε απορρίψει ή να αισθάνεται ότι δεν το ενδιαφέρει αυτό που έχεις να πεις, είναι οκ αυτό. Τόσο αυτό το πρότζεκτ όσο και τον “Πεπερασμένο Χρόνο” σκοπεύουμε να τα συνεχίσουμε στο μέλλον, πιθανώς με άλλη σύνθεση το καθένα, με κάποιες διαφορές, αλλά προς το παρόν τα αισθανόμαστε κάπως ανεξάντλητα, έχουμε φροντίσει να είναι ένα χαρακτηριστικό τους αυτό. Υπάρχει και μια ιδέα του Σωκράτη που εξετάζουμε, εν μέρει κινηματογραφική, εν μέρει εκθεσιακή, εν μέρει παραστατική, αλλά αυτό ίσως θέλει λίγο καιρό μέχρι να είναι ανακοινώσιμο.
Τι είναι αυτό που σας συγκινεί περισσότερο στην τέχνη σας και σας κάνει να την υπηρετείτε με τέτοιο ενθουσιασμό;
Είναι ταυτόχρονα ένας τρόπος να μάθω τον εαυτό μου, αλλά και τον κόσμο γύρω μου. Η μουσική – και εν γένει οι ήχοι – με βοηθούσαν από παιδί να μπορώ να αισθανθώ πράγματα που αλλιώς δυσκολευόμουν και παράλληλα να διοχετεύω συναισθήματα που αδυνατούσα να προσεγγίσω σε τέτοιο βαθμό χωρίς την βοήθειά της. Αυτό πλέον έχει ανοίξει και δεν βρίσκω μονάχα μέσω αυτής την άνεση να κάνω κάτι τέτοιο, αλλά ας πούμε ότι ήταν το πρώτο safe space μου. Εν καιρώ συνειδητοποίησα ότι με γοητεύει το φαινόμενο της αφήγησης ως μέσο έκφρασης και φορέας συναισθηματικών καταστάσεων. Ακόμη και στα μαθήματά μου εκεί εστιάζω, δεν αισθάνομαι ότι διδάσκω απλώς πιάνο. Οι ιστορίες με ενδιαφέρουν, απλώς η κύρια μου γλώσσα είναι οι ήχοι. Ένας παραμυθάς νιώθω επί της ουσίας, τίποτα παραπάνω. Όσο πιο πολύχρωμα και πλούσια συναισθηματικά αυτά τα παραμύθια, τόσο το καλύτερο για μένα.
Κώστας Κούλης

0 Comments