Με αφορμή την παρουσίαση της παράστασης “Tango Bar” στο Τρίκυκλο, κάθε Τρίτη στις εννιά το βράδυ και την πολύτιμη βοήθεια της Ιωάννας Ιακωβίδη, την οποία ευχαριστούμε θερμά, είχαμε την χαρά να συνομιλήσουμε με τον σκηνοθέτη και ηθοποιό Γιάννη Καρούνη, για την παράσταση “Tango Bar”, για το θέατρο και την ομάδα Πείρα(γ)μα.
Πόσο επίκαιρο είναι το έργο του Περικλή Κοροβέση “Tango Bar”; Τι σας τράβηξε σε αυτό;
Η κινητήρια δύναμη που μας ώθησε να παρουσιάσουμε το «Tango Bar» του Περικλή Κοροβέση, ήταν η προσωπική σχέση που είχε αναπτύξει η ομάδα Πείρα(γ)μα με τον Περικλή από τη μια και από την άλλη το γεγονός ότι εξαιτίας της πρώτης καραντίνας δεν ήταν εφικτό να παρευρεθούμε στην κηδεία του τον Απρίλιο του 2020. Αποφασίσαμε να τιμήσουμε τη μνήμη του μέσα από αυτή την παράσταση. Ο Περικλής μάς εμπιστεύτηκε το θεατρικό του έργο «Επιχείρησις Ιουδίθ» το 2008, όταν η ομάδα ξεκινούσε την πορεία της. Από τότε δημιουργήθηκε μια βαθιά φιλία.
Ο Περικλής Κοροβέσης από μικρή ηλικία μετείχε στο μαχητικό δημοκρατικό κίνημα της αριστεράς. Φυλακίστηκε και εξορίστηκε επί Χούντας. Στο βιβλίο του Ανθρωποφύλακες κατέγραψε τα βασανιστήρια και τις φυλακίσεις που υπέστη στο ΕΑΤ-ΕΣΑ. Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρώτα το 1969, σε λίγα αντίτυπα στη Γενεύη κι έπειτα, μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες, φανέρωσε σε ολόκληρο τον κόσμο το πραγματικό πρόσωπο της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Η κατάθεση του Κοροβέση στο Συμβούλιο της Ευρώπης ήταν βαρύνουσας σημασίας για την καταδίκη της χούντας.
Το «Tango Bar» είναι ένα θεατρικό έργο που βασίζεται στον ρυθμό και στις ερμηνείες. Με τον Παναγιώτη Διαμαντόπουλο, ένα από τα παλαιότερα μέλη της ομάδας Πείρα(γ)μα, που στην παράσταση ενσαρκώνει τον Φώντα, ανακαλύψαμε ένα κείμενο σφιχτό, έντονο και τρυφερό. Το έργο γράφτηκε το 1985. Τι έχει μείνει ίδιο και τι έχει αλλάξει από τότε; Είναι ένα ερώτημα που ο κάθε θεατής δίνει τη δική του απάντηση. Εμείς, από τη δική μας τη μεριά, βλέπουμε πόσο μόνοι είναι οι άνθρωποι σήμερα.

Πόσο καιρό κράτησαν οι πρόβες; Πώς κινηθήκατε σκηνοθετικά;
Η ομάδα Πείρα(γ)μα δημιουργεί θεατρικές συνθήκες παντού εδώ και δεκαέξι χρόνια. Διερευνούμε το πώς μπορεί να λειτουργήσει μια παράσταση σε μη θεατρικούς χώρους, είτε σε εσωτερικά περιβάλλοντα, όπου ο ηθοποιός είναι σε απόσταση αναπνοής από τον θεατή, είτε σε εξωτερικά περιβάλλοντα, μέσα από το στήσιμο μιας θεατρικής πανήγυρης ή μιας συγκινησιακής ατμόσφαιρας. Οι αναγνώστες σας μπορούν να ανατρέξουν στο site της ομάδας για να δουν αυτή τη διαδρομή.
https://omadapeiragma.wixsite.com/peiragmatheatergroup/about
Το «Tango Bar» παρουσιάζεται στην επάνω αίθουσα του «Τρίκυκλο». Το στήσιμο της παράστασης μέσα στο χώρο ήταν ένα κομβικό ζήτημα που μας απασχόλησε. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, διερευνήσαμε έννοιες όπως αυτές της αμεσότητας και της λιτότητας, τόσο στα εκφραστικά όσο και στα σκηνικά μέσα. Η λιτότητα και η αμεσότητα είναι βασικά στοιχεία της έρευνάς μας. Η Δέσποινα Ζαχαροπούλου τοποθέτησε πάνω στη σκηνή αντικείμενα που υπήρχαν ήδη στον χώρο, ενοποιώντας έτσι τη σκηνική δράση με την πλατεία. Στο διάστημα των δοκιμών εστιάσαμε με τον Παναγιώτη Διαμαντόπουλο στη διαμόρφωση της μεταξύ μας σχέσης. Το κείμενο του Κοροβέση εμπεριέχει λόγο καθημερινό και σφιχτό στον ρυθμό του και αυτό που κληθήκαμε να κατακτήσουμε ήταν το να αφουγκράζεται ο ένας τον άλλον, προς την επίτευξη της αμεσότητας χωρίς «θεατρινισμούς» και «σκηνοθετικά ευρήματα.» Η Δέσποινα Ζαχαροπούλου σχεδίασε τους φωτισμούς της παράστασης, ώστε να υπογραμμίζουν διακριτικά τον σκηνικό χώρο και τον ρυθμό του έργου. Η επιλογή μας να χρησιμοποιήσουμε καρέκλες καφενείου για τους θεατές συνεισέφερε στην ενοποίηση της σκηνής με την πλατεία, δημιουργώντας τις συνθήκες εκείνες που παραπέμπουν σε λαϊκό θέατρο. Το αποτέλεσμα φαίνεται να μας έχει δικαιώσει. Φέτος είναι ο δεύτερος χρόνος που ανεβαίνει το «Tango Bar».
Υπήρχαν σημεία στο κείμενο, στο οποίο χρειάστηκε να εστιάσετε ιδιαίτερα;
Το κείμενο απαιτεί την κατάκτηση ενός σφιχτού ρυθμού. Πρόκειται για ένα ντουέτο που απαιτεί εγρήγορση στο παίξιμο και δεξιοτεχνία στις συνεχόμενες αλλαγές της συναισθηματικής κατάστασης των προσώπων χωρίς να κάνει «κοιλιές». Ο Κοροβέσης, έχοντας σπουδάσει θέατρο με τον Δημήτρη Ροντήρη, σημειολογία με τον Ρολάν Μπαρτ, και έχοντας παρακολουθήσει μαθήματα των Πιερ Βιντάλ-Νακέ, Μαρσέλ Ντετιέν και Κορνήλιου Καστοριάδη, γνώριζε πολύ καλά τί σημαίνει ρυθμός σε κείμενα που αφορούν δυο πρόσωπα επί σκηνής.

Ποια τα μηνύματα που αφήνει αυτή η παράσταση στο θεατή;
Ζούμε στην εποχή των «Αρίστων». Γύρω μας επικρατεί μια φρενίτιδα αποτύπωσης της επιτυχίας μας, της χαρούμενης και ευτυχισμένης ζωής. Τα social media έχουν εντείνει αυτή την τάση των ανθρώπων να δείχνουν και να φαίνονται ευτυχισμένοι, επιτυχημένοι και χαρούμενοι. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα κάτι κακό σε εκείνους που απολαμβάνουν τις όμορφες στιγμές που τους προσφέρει η ζωή. Το πρόβλημα ξεκινά όταν η χαρά και η επίδειξη μια επιτυχημένης ζωής είναι απαίτηση. Παρατηρούμε ότι σε πολλούς χώρους, και ειδικά στους επαγγελματικούς, η «απαίτηση» επίδειξης της χαράς και της επιτυχίας να είναι σχεδόν επιβεβλημένη. Το ερώτημα που βάζει το έργο είναι «Και αν προτιμούμε την αποτυχία σε σχέση με την επιτυχία που θέλουν οι άλλοι να μας επιβάλλουν, τι θα συμβεί»; Τα πρόσωπα του έργου, ο Λάκης και ο Φώντας, είναι δύο άνθρωποι που βιώνουν την αποτυχία τους ως τη δική τους προσωπική επιτυχία.
Ο Κοροβέσης μέσω του Λάκη θέτει το ερώτημα «Αυτοί που πετύχανε τι καταφέρανε, για ποιους δουλέψανε, ποιες αξίες υποστηρίξανε… ο Φράνκο για να πετύχει χρειάστηκε ένα εκατομμύριο εξόριστους, μισό εκατομμύριο φυλακισμένους… η ιστορία της επιτυχίας είναι η ιστορία της εγκληματολογίας…».
Γιατί διαλέξατε το επάγγελμα του ηθοποιού; Ποια εσωτερική ανάγκη σας ώθησε;
Μετά από τριάντα σχεδόν χρόνια έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι με διάλεξε και δεν το διάλεξα. Ανέβηκα πρώτη φορά στη σκηνή το καλοκαίρι του 1994, ως βοηθητικός ηθοποιός σε μια ερασιτεχνική παράσταση στην Πετρούπολη. Αυτό έγινε εντελώς τυχαία. Κάποιος μου είπε «Γίνεται στο θέατρο Πέτρας αυτή η παράσταση, θες να βοηθήσεις ως βουβό πρόσωπο»; Το δέχτηκα χωρίς να γνωρίζω που θα με πάει αυτό. Ήμουν ένας νέος άνθρωπος που είχε έρθει από την επαρχία για σπουδές, χωρίς να έχω θεατρική γνώση και παιδεία. Ζήτημα αν στην επαρχιακή κωμόπολη που μεγάλωσα είχα δει μετρημένες στα δάχτυλα πέντε παραστάσεις. Το θέατρο δεν ήταν στην κουλτούρα μου και στις συνήθειές μου. Ως φοιτητής είχα παρακολουθήσει κάποιες θεατρικές παραστάσεις στην Αθήνα, αλλά προτιμούσα τις κινηματογραφικές αίθουσες από τις θεατρικές.
Η πρώτη εκείνη θεατρική μου εμπειρία, με σημάδεψε. Δεν ξέρω τι με ώθησε μετά από αυτή τη μικρή συμμετοχή να πω «Αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου». Μετά όλα πήραν τον δρόμο τους. Δεν ήταν ένας εύκολος δρόμος. Χρειάστηκε να δουλεύω παράλληλα για να ολοκληρώσω τις θεατρικές μου σπουδές, ενώ αργότερα, εισερχόμενος πλέον στο θέατρο ως επαγγελματίας ηθοποιός, μπήκα σε έναν χώρο εργασίας που δεν γνώριζα. Κατέβαλα πολλές προσπάθειες για να υπάρξω σε παραστάσεις ως μισθωτός ηθοποιός που περνά τη διαδικασία της οντισιόν. Βίωσα απογοητεύσεις αλλά και όμορφες δημιουργικές στιγμές. Αποφάσισα ότι η ζωή μου θα είναι λιτή και δύσκολη. Αλλά δεν με ένοιαζε. Το 2008 υπήρξε μια καθοριστική χρονιά για εμένα. Πήρα την απόφαση να δημιουργήσω ένα δικό μου σχήμα, όπου θα μπορούσα να διαμορφώσω τη θεατρική γλώσσα που εγώ θέλω, να επιλέγω τα έργα που με αφορούν άμεσα, αναλαμβάνοντας εξολοκλήρου τα έξοδα των παραγωγών. Έτσι γεννήθηκε η ομάδα Πείρα(γ)μα. Δεκαέξι χρόνια μετά η ομάδα έχει ανεβάσει δέκα παραγωγές και συνεχίζει.
Από την ίδρυσή της, η ομάδα Πείρα(γ)μα λειτουργεί στη λογική της οριζόντιας δομής στη λήψη των αποφάσεων και του ίσου επιμερισμού των αμοιβών, αντιστεκόμενη στο μοντέλο του προσωποπαγούς θεατρικού οργανισμού. Έχει συνεργαστεί έως και σήμερα με πάνω από πενήντα καλλιτέχνες. Ηθοποιούς, μουσικούς, συγγραφείς, εικαστικούς, σκηνογράφους και σκηνοθέτες. Το 2022 η ομάδα αποχαιρέτησε τα επί σειρά ετών μέλη της, Ειρήνη Μελά και Αγγελική Κασόλα και υποδέχθηκε ως νέο μέλος την performance artist και ακαδημαϊκό, Δέσποινα Ζαχαροπούλου, Δρ. Φιλοσοφίας και Καλών Τεχνών, με ειδίκευση στην Performance Art (Βασιλικό Κολέγιο Τέχνης του Λονδίνου, με υποτροφία του Ιδρύματος Ωνάση), διδάσκουσα στο Τμήμα Παραστατικών και Ψηφιακών Τεχνών, της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

Τι σημαίνει για εσάς να είστε πάνω στη σκηνή;
Η σκηνή είναι ο τόπος που νιώθω ασφαλής.
Τι σας οδηγεί να υπηρετείτε την τέχνη σας με τόσο ενθουσιασμό;
Μετά από σχεδόν τριάντα χρόνια διαπιστώνω ότι αυτό είναι που μπορώ και θέλω να κάνω. Το θέατρο, η ομάδα, οι παραγωγές αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου.
Ο Έλληνας στηρίζει το θέατρο; Πηγαίνει σε παραστάσεις;
Διαχωρίζω το κοινό με βάση τον τόπο. Στα μεγάλα αστικά κέντρα οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα και την επιλογή να βιώσουν τη θεατρική συνθήκη ανάμεσα σε μια πληθώρα θεατρικών παραγωγών. Ειδικά στην Αθήνα οι δυνατότητες είναι πάρα πολλές. Στις μικρότερες επαρχιακές πόλεις και κωμοπόλεις η θεατρική εμπειρία σπανίζει. Με την ομάδα Πείρα(γ)μα, στα πρώτα δέκα χρόνια της λειτουργίας μας, αποφασίσαμε να δώσουμε παραστάσεις πέρα από τα κεντρικά σημεία (Πρωτεύουσα και μεγάλα αστικά κέντρα), σε απομακρυσμένες περιοχές. Είτε τον Χειμώνα, είτε το Καλοκαίρι, διαπιστώσαμε τη δίψα των ανθρώπων της επαρχίας για να δουν θέατρο και εισπράξαμε το παράπονό τους, ότι δηλαδή, νιώθουν εγκαταλελειμμένοι, τόσο από τις παραγωγές όσο και από το κράτος.
Με τις παραστάσεις μας «Πλούτος,» «Ο κύκλος των ‘μάταιων’ πράξεων,» και «Μάμα Τόνι» κυριολεκτικά «οργώσαμε» την επαρχία. Σε μια πενταετία – πρέπει – και για τις τρεις παραγωγές να ξεπεράσαμε τις οχτακόσιες εμφανίσεις. Αυτός ο άθλος δεν θα γινόταν χωρίς την υποστήριξη των ανθρώπων και των συλλογικοτήτων της επαρχίας. Βιώσαμε τη φιλοξενία, τη ζεστασιά και την αγκαλιά πολλών ανθρώπων σε πολλά και διαφορετικά μέρη. Υπήρξαν χρονικές περίοδοι, όπου κυριολεκτικά ήμασταν για μήνες στους δρόμους. Καμία όμως τέτοια πρωτοβουλία δεν μπορεί να ευοδώσει καρπούς χωρίς μια ολοκληρωμένη πολιτική για το θέατρο από το κράτος και το εκάστοτε Υπουργείο Πολιτισμού. Στα αστικά κέντρα τώρα, όταν υπάρχουν θεατρικές παραγωγές, αυτές είναι ενταγμένες στη λογική των νόμων της αγοράς.
Είχα την χαρά από το 2008 έως και το 2017 να επιμελούμαι και να παρουσιάζω στον ραδιοφωνικό σταθμό «105,5 Στο Κόκκινο» την εκπομπή για το θέατρο «off Broadway». Στόχος της εκπομπής ήταν να δώσει βήμα στις παραγωγές εκείνες που δεν είχαν τη δυνατότητα να επικοινωνήσουν τη δουλειά τους. Στο φιλόξενο και ανοιχτό μικρόφωνο της εκπομπής πέρασαν αυτά τα εννέα χρόνια πάνω από εφτακόσιες παραστάσεις. Γνωρίζοντας από κοντά όλους αυτούς τους ανθρώπους του θεάτρου, όντας και εγώ ηθοποιός, κατανόησα ότι η θεατρική παραγωγή δεν μπορεί να ακολουθήσει τους κανόνες της αγοράς, διότι δεν παράγει υπεραξία. Χωρίς την υπεραξία δεν μπορούμε να μιλάμε για κέρδος, άρα δεν μπορούμε να μιλάμε για αγορά. Οι προϋπολογισμοί των θεατρικών παραγωγών είναι μικροί, ο ανταγωνισμός μεγάλος και η παραγωγή εκείνη που έχει τη δυνατότητα στον προϋπολογισμό να διαθέσει παραπάνω χρήματα για τη διαφήμισή της θα αντέξει και περισσότερο, χωρίς αυτό βέβαια να είναι θέσφατο που δεν καταλύεται από τις εξαιρέσεις.
Στα αστικά κέντρα κοινό υπάρχει, αναμφίβολα, όμως όταν ο προϋπολογισμός δεν αντέχει για πάνω από δέκα εμφανίσεις, αναγκαστικά το κοινό είναι οι φίλοι και οι γνωστοί. Και εδώ, χωρίς τη χάραξη ουσιαστικής πολιτικής από το κράτος, οι συνθήκες τα επόμενα χρόνια θα είναι ακόμα πιο δύσκολες για το θέατρο.
Υπάρχουν άλλα σχέδιά σας; Είναι ανακοινώσιμα;
Πέρα από το «Tango Bar», που παρουσιάζουμε για δεύτερη χρονιά στο «Τρίκυκλο» (Πυθέου και Θεοδώρου Γεωμέτρου, Ν. Κόσμος) κάθε Τρίτη στις εννιά το βράδυ, είμαστε αυτή τη στιγμή στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι την Πέμπτη 25 Απριλίου, επίσης στις εννιά το βράδυ, θα παρουσιάσουμε στον Ιστορικό Ναό της Αγγλικανικής Εκκλησίας του Αγίου Παύλου (Φιλελλήνων 27, Σύνταγμα) την παράστασή μας, που βασίζεται στο ομώνυμο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Ο Ξεπεσμένος Δερβίσης». Η παράσταση ξεκίνησε την πορεία της από το Αρχαίο Θέατρο της Μαντίνειας τον Αύγουστο του 2022, έδωσε περιορισμένο αριθμό παραστάσεων στον προηγούμενο χώρο της ομάδας μας στην Αθήνα, ταξίδεψε στον πολυχώρο «+εργείο» στη Λεμεσό και έρχεται πλέον για μια παράσταση στην Αγγλικανική Εκκλησία.
Ο τρόπος που προσεγγίσαμε τη θεατρική απόδοση του διηγήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Ο Ξεπεσμένος Δερβίσης», βασίστηκε κυρίως στην τοποθέτηση σε πρώτο πλάνο της γλώσσας του συγγραφέα, σε μια προσπάθεια να την επαναφέρουμε στο σήμερα, σεβόμενοι τους ιδιωματισμούς, την ατμόσφαιρα και τον ρυθμό στον οποίο μας εισάγει. Για αυτόν τον λόγο, αποφασίσαμε να απογυμνώσουμε τον σκηνικό χώρο στα ελάχιστα μέσα, χρησιμοποιώντας φυσικό ήχο στη φωνή και στα μουσικά όργανα. Στόχος μας είναι ο θεατής να βγει από την ταχύτητα που χαρακτηρίζει την καθημερινότητά του και να εισέλθει σε έναν άλλο χρόνο, έναν άλλο ρυθμό, μια άλλη δόνηση.
Επίσης, στις αρχές Ιουνίου, διοργανώνουμε στο «Τρίκυκλο» το δέκατο τρίτο πενθήμερο φεστιβάλ παρουσίασης των εργαστηρίων μας.
Μαίρη Ζαρακοβίτη
0 Comments