Διδώ Σωτηρίου. Εντολή. Βιβλίο που αναφέρεται στη σύλληψη, τη δίκη (δύο δίκες για την ακρίβεια) και την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη. Η παράσταση, έχοντας σαν άξονα τον άνθρωπο που καταδυναστεύεται από τον άνθρωπο, επειδή… μάλλον “γιατί έτσι” και λόγω του ότι η δίψα για εξουσία αποτελεί τον απόλυτο σκοπό του γένους μας και τον απόλυτο παρονομαστή της μαθηματικά βέβαιης καταστροφής του. Συναντήσαμε την Ειρήνη Αμπουμόγλι, η οποία πρωταγωνιστεί στην παράσταση με τον αυτό τίτλο και μιλήσαμε μαζί της για τη σκέψη που έγινε πράξη και κατόπιν θεατρικό έργο, για τις πρόβες και τη γενικότερη και ειδικότερη φιλοσοφία πίσω από τον καλλιτεχνικό κάματο, για τις συνιστώσες που την οδήγησαν να παίζει στις σκηνές της χώρας μας και για ό,τι την οδηγεί να υπηρετεί την τέχνη της. Ευχαριστούμε θερμά τη Μαριάννα Παπάκη, η οποία φρόντισε να πραγματοποιηθεί αυτή η συνέντευξη.
Πώς έγινε η επαφή με το συγκεκριμένο έργο; Τι σας τράβηξε σε αυτό;
Η πρώτη επαφή με το έργο έγινε όταν η σκηνοθέτρια Νάντια Δαλκυριάδου μου πρότεινε να παίξω σε αυτό, πριν ξεκινήσει η διασκευή του. Παρόλο που δεν είχα διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο της Σωτηρίου, δέχτηκα αμέσως. Με τη Νάντια έχουμε συνεργαστεί σε πολλές παραγωγές και της έχω τεράστια εκτίμηση. Ο θίασος και όλη η ομάδα των συνεργατριών και συνεργατών είναι ένας θησαυρός.
Αυτό που με τράβηξε και με συγκλόνισε στο κείμενο, είναι η αίσθηση της αισιοδοξίας και της πίστης για ένα καλύτερο μέλλον, για το οποίο πάλευαν οι κομμουνιστές και οι κομμουνίστριες της εποχής και το γεγονός ότι δεν είχε σημασία που δεν θα το ζούσαν εκείνες/εκείνοι, αλλά θα το πρόσφεραν στις επόμενες γενιές. Με άλλα λόγια, με συγκλόνισε το να μπορείς να φαντασιώνεσαι ένα καλύτερο συλλογικό μέλλον σε μία τρομερά αντίξοη συνθήκη. Για να το συνδέσω με έναν τρόπο με το σήμερα, οι queers in Palestine μιλούν για την ελπίδα ως ριζοσπαστική πολιτική πράξη (hope as a radical practice), που είναι ένας τρόπος να ανταπεξέλθουν στη γενοκτονία, διεκδικώντας μέσα στη γενοκτονία την ελπίδα και παλεύοντας προς ένα μέλλον όπου όλοι οι άνθρωποι θα είναι ελεύθεροι.
Πόσο καιρό κράτησαν οι πρόβες;
Οι πρόβες κράτησαν σχεδόν τρεις μήνες. Η σκηνοθετική προσέγγιση, η οποία έχει σημεία έντονης σωματικότητας, απαιτούσε συγκεκριμένη προετοιμασία. Έτσι, το πρώτο που κάναμε ήταν ένα συμπυκνωμένο εργαστήριο κίνησης με τη χορογράφο Μαρίνα Μαυρογένη και τη Νάντια, το οποίο μας έδεσε πάρα πολύ ως ομάδα και μας οδήγησε στο να αποκτήσουμε μία κοινή σκηνική γλώσσα.
Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε κατά την διάρκεια της προετοιμασίας;
Το έργο είναι ένας ποταμός. Πραγματεύεται μία πολύ σημαντική πολιτική στιγμή της σύγχρονης ιστορίας της χώρας. Επομένως στις πρόβες γίνονταν πολύ συχνά συζητήσεις για τα πολιτικά διακυβεύματα του έργου, για το τι θέλουμε να αποδώσουμε, τι μας ενδιαφέρει να φωτίσουμε, διαβάζαμε ιστορικά τεκμήρια και κάναμε πολιτικές αναλύσεις, πέρα από το να δουλεύουμε τους ρόλους και το κείμενο.
Ποια είναι η πιο ικανοποιητική στιγμή της διαδικασίας για εσάς;
Με ικανοποιεί πολύ το να ανακαλύπτω σε κάθε παράσταση κάτι ακόμα για το χαρακτήρα που παίζω, μικρές λεπτομέρειες που δίνουν βάθος στο ρόλο μου και στις επί σκηνής σχέσεις. Επιπλέον, το να συμβαίνει κάτι απρόβλεπτο επί σκηνής και να καλούμαστε να το διαχειριστούμε αυθόρμητα, είναι επίσης μία ικανοποιητική στιγμή.
Τι είναι για σας το θέατρο;
Το θέατρο για μένα είναι ένας τρόπος και τόπος όπου μπορείς να μεταμορφώνεσαι, να ζεις πολλές διαφορετικές ζωές και εμπειρίες, να βιώνεις μέσα σε συμπυκνωμένο χρόνο ιδιαίτερες σχέσεις, τόσο με άλλους ανθρώπους, όσο και με αντικείμενα, διαφορετικά υλικά, γενικώς με τον κόσμο γύρω μας. Επίσης είναι ένας τρόπος και τόπος να επικοινωνείς την δική σου ιδιαίτερη ματιά για τα πράγματα.
Πώς βλέπετε το θέατρο τα τελευταία χρόνια; Το στηρίζει το κοινό;
Βρίσκω ότι γίνονται πολύ ενδιαφέρουσες δουλειές, μικρές ομάδες με όραμα και άποψη κάνουν προκλητικές, φρέσκες και πολιτικές παραστάσεις και αυτό έχει τρομερό ενδιαφέρον. Επίσης πιστεύω ότι οι παραστάσεις πάνε καλά κι από άποψη κοινού, χωρίς βέβαια να έχω κάποια στατιστική εικόνα-απλά νιώθω ότι μετά το lockdown ο κόσμος διψούσε να βγει έξω, να κοινωνικοποιηθεί και το θέατρο ωφελήθηκε από αυτή την ανάγκη, κάτι που εξακολουθεί να συμβαίνει. Αυτό που δεν στηρίζει επαρκώς το θέατρο είναι σταθερά το υπουργείο πολιτισμού, το οποίο φαίνεται να επιμένει να θεωρεί τις τέχνες και τον πολιτισμό πολυτέλεια. Αλλά αυτό είναι μία άλλη συζήτηση.
Πιστεύετε ότι η τέχνη μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στην κοινωνία;
Η σκέψη μου περνάει από διάφορες φάσεις αναφορικά με αυτό. Πιστεύω ότι μπορεί να έχει επίδραση στην κοινωνία, ναι. Μπορεί να εμπνεύσει, να προβληματίσει, να θέσει ερωτήματα. Βέβαια, για να πάει κάποιο άτομο να παρακολουθήσει μία παράσταση ή να δει ένα έργο τέχνης, σημαίνει ότι επιθυμεί να μετατοπιστεί έστω και λίγο.
Η τέχνη έχει, αν μη τι άλλο, μία δύναμη να μιλάει για πράγματα που συνήθως δεν λέγονται, που πονάνε ή που διχάζουν και αυτό ταρακουνάει. Το βλέπουμε από τις αντιδράσεις διάφορων συντηρητικών και ακροδεξιών κύκλων για παραστάσεις ή καλλιτεχνικές εκθέσεις μέσα στα χρόνια, με πρόσφατο παράδειγμα την ελληνική σημαία από ασπροκόκκινα σεντόνια κακοποιημένων γυναικών της Γεωργίας Λαλέ.
Η τέχνη έχει σίγουρα επίσηςεπίδραση στους ανθρώπους που την κάνουν, μας ανοίγει νέα πεδία σκέψης και δυνατοτήτων και βλέπουμε συχνά την επίδραση αυτή και σε ομάδες ευάλωτων ή περιθωριοποιημένων ατόμων, που μέσα από την τέχνη βρίσκουν έναν χώρο να εκφραστούν, να ακουστούν και να νιώσουν ορατά.
Μιλώντας ξανά για την Παλαιστίνη, αξίζει να αναφερθεί ως παράδειγμα σημαντικής επίδρασης της τέχνης στην κοινωνία το Freedom Theatre στον προσφυγικό καταυλισμό της Τζενίν στη Δυτική Όχθη. Εκεί, με κόστος σε κάποιες περιπτώσεις την ίδια τους τη ζωή, οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι του θεάτρου δίνουν βήμα στις ιστορίες των παιδιών, καθρεφτίζουν την πραγματικότητα της Παλαιστίνης και προσπαθούν να ενδυναμώνουν τους κατοίκους.
Μαίρη Ζαρακοβίτη
Επιμέλεια: Κώστας Κούλης
0 Comments